Εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια πριν, όπως λένε οι γέροι στο Πεκίνο, το μέρος ήταν σε άσχημη κατάσταση γιατί ήταν μια αλμυρή λίμνη γνωστή και ως η Έρημος της Πικρής Θάλασσας. Οι άνθρωποι έπρεπε να πάνε στους δυτικούς και βόρειους λόφους, αφήνοντας έτσι την Πικρή Θάλασσα στον Βασιλιά Δράκο. Ο Βασιλιάς Δράκος, η σύζυγος του, ο γιος, η νύφη του και τα εγγόνια του εξουσίαζαν την Πικρή Θάλασσα, έτσι που οι ντόπιοι που ήταν στους λόφους ζούσαν στην εξαθλίωσή. Πόσο εξαθλιωμένη ήταν η ζωή τους; Έσκαβαν λάκκους στην γη, και τους χρησιμοποιούσαν σαν χύτρες για να μαγειρέψουν εκεί το φαγητό τους, και τα καυσόξυλα τους δεν ζύγιζαν ούτε 40 κιλά.
Μερικά χρόνια αργότερα εμφανίσθηκε ένα παιδί που λεγόταν Νέτζα και φορούσε κόκκινο πανωφόρι και κοντά παντελόνια. Είχε απίστευτες δυνάμεις. Όταν ήρθε στην Πικρή Θάλασσα πολέμησε με τον Βασιλιά Δράκο εννιά φορές εννέα μέρες, ογδόντα μια μέρες συνολικά. Αιχμαλώτισε τον Βασιλιά Δράκο και τη γυναίκα του, ενώ ο γιος, η νύφη του και τα εγγόνια του το έσκασαν. Μετά την αιχμαλωσία του Βασιλιά Δράκου, το νερό σιγά-σιγά υποχώρησε και το έδαφος εμφανίσθηκε. Ο Νέτζα σφράγισε τις κανάλια του νερού προς τη θάλασσα, κλείνοντας τον Βασιλιά Δράκο και τη σύζυγο του σε μια μεγάλη λίμνη. Και ύστερα έχτισε μια μεγάλη άσπρη παγόδα πάνω της για να μείνουν εκεί και να τους φυλούν.
Τώρα που το νερό είχε αποτραβηχτεί, το όνομα Πικρή Θάλασσα άλλαξε σε Πικρή Έρημο. Καθώς περνούσαν τα χρόνια οι άνθρωποι έχτιζαν σπίτια και εγκαθίστανται εκεί. Ξεπήδησαν χώρια, αλλά και πόλεις, αγορές. Τώρα που μιλάμε ο γιος του δράκου που το είχε σκάσει είχε γίνει βασιλιάς, και μαζί με τη η γυναίκα, τον γιο και την κόρη του βρήκαν καταφύγιο σε μια λίμνη στους πρόποδες του δυτικού λόφου. Εκεί λούφαζαν, κάνοντας ησυχία. Βλέποντας ότι οι άνθρωποι στην Έρημο της Πικρής Θάλασσας γίνονταν όλο και περισσότεροι μεγάλωνε η αγανάκτησή τους. Εξακολουθούσαν να θέλουν να βρουν έξω και να ρημάξουν πλημμυρίζοντας αυτήν την Έρημο που παλιά λεγόταν Πικρή Θάλασσα.
Μια μέρα ο νέος Βασιλιάς Δράκος άκουσε ότι μια πόλη που θα λεγόταν Πεκίνο επρόκειτο να χτισθεί στην Έρημο. Αυτό τον εξόργισε. Σκέφθηκε: «Άνθρωποι, ισοπεδώσατε το Παλάτι των Δράκων, και τώρα θέλετε εκεί να χτίσετε μια πόλη απλώς και μόνο για να με εξοργίσετε!» Μετά ακούστηκε ότι ο Λιού Μπογουέν και ο Γιάο Γκουάγκ-σιάο πλάτη με πλάτη έκαναν ένα σχέδιο του Πεκίνου –-μια πόλη του Νέτζα με τα Οκτώ Χέρια με οκτώ πύλες –-και ότι κατασκευή της είχε ήδη αρχίσει,.
Ο Βασιλιάς Δράκος είπε στη σύζυγο του: «Να πάρει η οργή, είναι εξοργιστικό! Αν χτίσουν μια πόλη του Νέτζα με τα Οκτώ χέρια δεν έχουμε ελπίδες να επιστρέψουμε!».
«Μην δίνεις σημασία» είπε η σύζυγο του. «Ας τους να χτίσουν την πόλη τους. Θα μείνουμε εδώ στο παλάτι των Δράκων, μακριά από τις φασαρίες».
Ο Βασιλιάς Δράκος χτύπησε με δύναμη κάτω το πόδι του. «Δεν πρέπει να λες τέτοια», είπε εξοργισμένος. «Πως μπορώ να κάθομαι και να τους βλέπω; Πρέπει να αρπάξω την ευκαιρία και πριν η πόλη ολοκληρωθεί, να έχω πάρει όλο το νερό. Και έτσι πριν την τελειώσουν να έχουν πεθάνει από τη δίψα».
Η σύζυγος του, αδυνατώντας να συνεννοηθεί μαζί του, έπρεπε να πάει με τα νερά του.
Αφού πρώτα συνωμότησαν, την επόμενη μέρα την αυγή φύγανε με τον γιο και τη κόρη τους και μ’ ένα καρότσι φορτωμένο λαχανικά. Ντύθηκαν όπως οι χωρικοί που πήγαιναν στην αγορά της πόλης. Ο Βασιλιάς Δράκος έσπρωχνε το καρότσι, η σύζυγος του το τραβούσε από μπροστά και τα παιδιά τους ακολουθούσαν από πίσω και έτσι τρύπωσαν στο Πεκίνο. Φυσικά ο Βασιλιάς Δράκος δεν είχε καμιά πρόθεση να πουλήσει λαχανικά. Βρήκε ένα απόμερο μέρος και εκεί τα παράτησε. Ύστερα αυτός, η σύζυγος του, το Παιδί Δράκος και το Κορίτσι Δράκος γύρισαν γύρω –γύρω την πόλη σύμφωνα με το σχέδιο τους. Το Παιδί Δράκος ήπιε όλο το γλυκό νερό που υπήρχε, το Κορίτσι Δράκος όλο το αλμυρό νερό. Μετά μεταμορφώθηκαν σε δύο κοφίνια με λέπια ψαριού και ξάπλωσαν ένα από κάθε πλευρά του καροτσιού. Με τον Βασιλιά Δράκο να σπρώχνει και τη γυναίκα του να τραβά, βγήκαν με αναίδεια και θράσος από τη Πύλη Σι Τζι.
Τι έκανε όμως όλο αυτό τον καιρό Λιού Μπογουέν; Τώρα, που η πόλη του Νέτζα με τα Οκτώ Χέρια είχε χτιστεί, πήρε τους επιθεωρητές του για να επιβλέψουν το χτίσιμο του αυτοκρατορικού παλατιού. Ξαφνικά κάποιος ξεπετάχτηκε μπροστά του ιδρωμένος. «Αναφέρω Πρώτε Σύμβουλε» φώναξε. «Είμαστε σε αναταραχή. Κάθε πηγάδι, μεγάλο ή μικρό στο Πεκίνο είναι στεγνό. Τι πρέπει να κάνουμε;»
Ο Λιού Μπογουέν έμεινε εμβρόντητος. Μετά σκέφθηκε: «Όλοι γνωρίζουν ότι ο Βασιλιάς Δράκος, η σύζυγος του και ο γιος Πρίγκιπας Δράκος ζηλεύουν την πόλη. Γιατί από τη στιγμή που αυτή θα χτιστεί, οι φυλές των δράκων πότε δεν θα μπορέσουν να επιστρέψουν». Έστειλε αμέσως τους υφιστάμενους του σε όλες τις πύλες της πόλης να ερευνήσουν και να μάθουν από τους φύλακες αν κάποιος ύποπτος είχε περάσει από τις πύλες εκείνη την μέρα. Καβαλάρηδες έτρεξαν για να μεταφέρουν τις διαταγές του. Πολύ σύντομα επέστρεψαν και ανέφεραν ότι οι μόνοι ύποπτοι που είχαν βγει από τη πόλη πέρασαν από την πύλη Σι Τζι. Ένας από τους καβαλάρηδες ανέφερε: «Είδαν ένα γέρο καμπούρη να σπρώχνει ένα καρότσι που μπροστά του είχε μια γριά που το τραβούσε. Πάνω στο καρότσι υπήρχαν δύο κοφίνια με λέπια ψαριού που έσταζαν νερό. Πέρασαν από την πύλη Σι Τζι πριν μια ώρα».
Ο φύλακας πρόσθεσε «Ήταν τόσο παράξενα αυτά τα κοφίνια με λέπια ψαριού που μου τράβηξαν την προσοχή. Δεν ήταν πολύ μεγάλα , ωστόσο παρόλα αυτό ο γέρος ίδρωνε καθώς έσπρωχνε το καρότσι».
Ο Λιού Μπογουέν μ’ ένα νεύμα είπε «Ο μοχθηρός γέρο δράκος!». «Πρέπει να στείλουμε κάποιο να τον πιάσει και να φέρει πίσω το νερό».
Ο Πρώτος Επιθεωρητής ρώτησε «Πως θα πρέπει γίνει αυτό;»
Ο Λιού του είπε «Ανάλογα με το πώς θα το δεις κάποιος είναι εύκολο ή δύσκολο. Είναι δύσκολο γιατί αν αυτός ο καταραμένος δράκος δει κάποιον να τον κυνηγά θα πλημμυρίσει το νερό για να τον πνίξει. Εύκολο, γιατί αν ο άνθρωπος μας τρυπήσει τα κοφίνια με τα λέπια ψαριού και φύγει γρήγορα χωρίς να κοιτάξει πίσω το πανδαιμόνιο που θα γίνει, τότε μόλις φθάσει στη πύλη Σι Τζι θα είναι σώος και αβλαβής»
Οι άνδρες του συμφωνώντας μ’ αυτά είπαν: «Είναι δύσκολα τα πράγματα. Δεν είναι εύκολα».
Ο Λιού με ανυπομονησία είπε «Δεν έχουμε καιρό για χάσιμο! Δεν μπορούμε να περιμένουμε πότε ο καταραμένος δράκος θα αδειάσει όλο το νερό στη λίμνη. Τότε δεν θα μπορούμε να το πάρουμε πίσω. Ποίος θα το αναλάβει;»
Οι αξιωματικοί του, υψηλόβαθμοι και χαμηλόβαθμοι κοίταζαν ο ένας τον άλλο χωρίς να βγάλουν μιλιά. Ο Πρώτος σύμβουλος ήταν έξαλλος! Ύστερα ακούστηκε μια δυνατή φωνή:
«Αφήστε με να το κάνω εγώ κύριε. Υπόσχομαι να πιάσω τον καταραμένο δράκο και να τρυπήσω τα κοφίνια με τα λέπια ψαριού. Εγγυώμαι να φέρω πίσω το νερό».
Ο Λιού είδε ότι ήταν ένας εικοσάχρονος χτίστης, πανέξυπνος, με μεγάλα μάτια.
«Πώς σε λένε;» του ρώτησε πολύ ευχαριστημένος.
«Είμαι ο Γκάο Λιάνγκ, ένας χτίστης που δουλεύει στο παλάτι».
Ο Λιού έγνεψε και αμέσως πήρε από την οπλοθήκη ένα δόρυ που είχε μια κόκκινη φούντα. Το παρέδωσε στο Γκάο Λιάνγκ λέγοντας «Πρόσεχε πολύ. Θα φέρω στρατεύματα στη Δυτική Πύλη για να σε καλύψω!»
Ο Γκάο Λιάνγκ πήρε το δόρυ και υποσχέθηκε: «Μπορείτε να στηριχθείτε πάνω μου, κύριε» και ύστερα χωρίς να ρίξει πίσω του ούτε μια ματιά έφυγε για να καταδιώξει τον δράκο.
Μόλις βγήκε έξω από την πύλη Σι Τζι αντιμετώπισε ένα δίλημμα. Προς τον βορρά υπήρχε ένας δρόμος που οδηγούσε βόριο-δυτικά στο Λόφο με την Πηγή του Νεφρίτη. Στα δυτικά υπήρχε ένας δρόμος που οδηγούσε νοτιοδυτικά στους Δυτικούς λόφους. Στο νότια υπήρχε ένας δρόμος που οδηγούσε νότια στη Πύλη Φου Τσενγκ. Ποίο δρόμο έπρεπε να πάρει; Έπρεπε να πάρει μια γρήγορη απόφαση. Σκέφθηκε: «Δεν είπε ο Λιού Μπογουέν ότι αυτός ο καταραμένος δράκος θα πήγαινε το νερό στη λίμνη του; Η μόνη λίμνη που υπάρχει είναι στο Λόφο με την Πηγή του Νεφρίτη. Θα τον πιάσω πριν φθάσει εκεί». Έτρεξε προς τα βορειοδυτικά και καθώς κράδαινε το δόρυ του τα μάτια σπινθηροβολούσαν. Πριν περάσει πολύ χρόνος έφθασε σ’ ένα ξεροπόταμο με ψηλές όχθες, αρκετά πλατύ για να περάσει ένα καρότσι, αλλά αρκετά στενό για μια άμαξα. Όμως και στις δύο όχθες υπήρχαν δρόμοι. Ποίον απ’ αυτούς ακολούθησε ο δράκος; Στη μια όχθη κάποιοι χωρικοί συζητούσαν.
Ο ένας είπε: «Πολύ παράξενη ήταν αυτά τα δύο κοφίνια που λαμπύριζαν όπως τα λέπια ενός ψαριού ή δράκου».
«Έλα ντε» είπε ο άλλος «Μ’ όλο αυτό το γλυκό νερό στην Πηγή του Νεφρίτη γιατί σέρνανε με τόσο κόπο αυτά τα δύο κοφίνια με νερό προς τα βορειοδυτικά;»
Κάποιος άλλος είπε: «Αυτός ο γέρος και η γυναίκα του ξεφυσούσαν και ανάπνεαν με δυσκολία σέρνοντας με τόσο κόπο το καρότσι με το νερό τόσο γρήγορα μέσα από το ξεροπόταμο μας. Για την ηλικία τους ήταν πολύ δυνατοί!»
Ο Γκάο Λιάνγκ έμαθε τότε ότι οι δράκοι κατευθύνονταν βορειοδυτικά. Χωρίς να πει λέξη, κραδαίνοντας το δόρυ του, βιαστικά τράβηξε προς βορειοδυτικά διασχίζοντας τον ξεροπόταμο. Ύστερα από λίγο μπροστά σε μια συστάδα με ιτιές ο δρόμος διακλαδιζόταν. Προς τα πού πήγαν οι δράκοι; Ήταν σαν χαμένος όταν άκουσε κάποια παιδιά από μια συστάδα με ιτιές.
«Μεγάλε αδελφέ με το δόρυ και τη φούντα κάνε μας καμία μια στρατιωτική φιγούρα», κάποιος του φώναξε.
Ο Γκάο Λιάνγκ είδε κάποια μικρά παιδιά πίσω από τα δένδρα να χειροκροτούν και να χαμογελούν ειρωνικά. Το ηθικό του ανέβηκε. Είπε σ’ αυτούς: «Μικροί αδελφοί σε λίγο θα κάνω για σας μια στρατιωτική φιγούρα. Πρώτα όμως πείτε μου αν ένας γέρος και μια γριά πέρασαν από δω σπρώχνοντας ένα καρότσι».
«Πήραν αυτό το μονοπάτι προς τα αριστερά» είπαν με μια φωνή οι μικροί.
Ευχαριστώντας τους έφυγε. Αργότερα σε κείνο το σημείο δόθηκε το όνομα οι Μεγάλες Ιτιές.
Τρέχοντας να τους προλάβει ο Γκάο Λιάνγκ έφθασε σε μια στέρνα χωρίς στάλα νερό. Στις άκρες της υπήρχαν πιτσιλιές από νερό και στον πυθμένα της αυλακιές από καρότσι. Αμέσως κατάλαβε: αυτή ήταν μια γούρνα. Και αυτό το καταραμένο καρότσι του δράκου σταμάτησε εδώ και δεν άφησε ούτε σταγόνα- το πήρε όλο! Αργότερα σ’ αυτό το μέρος ονομάστηκε ο Νότιος Λάκκος.
Καρφώνοντας το δόρυ του στο έδαφος ο Γκάο Λιάνγκ πήδηξε πάνω από τη γούρνα και βιαστικός έτρεξε για να φέρει πίσω στη πόλη το νερό. Ύστερα από λίγο έφθασε σε μια άλλη γούρνα –που αργότερα ονομάστηκε ο Μεσαίος Λάκκος- που είχε βαθιές αυλακιές από καρότσι και πολλές πατημασιές. Κατάλαβε ότι οι δράκοι πρέπει να ήταν κουρασμένοι –γι’ αυτό άλλωστε δεν είχαν αφήσει τόσο πολλές βαθιές πατημασιές; Αν πήγαινε πιο γρήγορα σίγουρα θα τους έπιανε. Έτρεξε με μεγάλες δρασκελιές προς τα μπροστά και σε λίγο είδε μπροστά του το Λόφο με την Πηγή του Νεφρίτη. Ο Γκάο Λιάνγκ προσπάθησε να δει. Σε μια αρκετά μεγάλη απόσταση ήταν ένα καρότσι φορτωμένο με δύο κοφίνια με νερό. Ένας γέρος καμπούρης και μια γριά ήταν καθισμένοι στο έδαφος σκουπίζοντας τα ιδρωμένα τους πρόσωπα. Πρέπει να ‘ταν ο Βασιλιάς Δράκος και η γυναίκα του, τελείως ψόφιοι από την κούραση. Ο Γκάο Λιάνγκ ενθουσιάστηκε και η καρδιά του χτυπούσε σαν τρελή. Κρύφτηκε σε ένα χωράφι με σόργο, έκανε ένα ελιγμό για να βρεθεί πίσω από τους δράκους και μετά ξεπετάχτηκε και τρύπησε ένα από τα κοφίνια με λέπια ψαριού. Το νερό βγήκε με ορμή. Όμως πριν μπορέσει να τρυπήσει το δεύτερο, αυτό μεταμορφώθηκε σ’ ένα κοιλαρά νεαρό που βούτηξε στην πηγή του Νεφρίτη. Η γυναίκα του δράκου μάζεψε το κοφίνι, που ο Γκάο Λιάνγκ είχε τρυπήσει, και έτρεξε στο βόρειο λόφο για να διαφύγει στη Λίμνη του Μαύρου Δράκου. Όλα αυτά συνέβησαν πολύ γρήγορα, αστραπιαία. Την ίδια στιγμή, ο Γκάο Λιάνγκ σκεπτόταν τι να κάνει, ο Βασιλιάς Δράκος ωρυόταν: «Μου κατέστρεψες το σχέδιο μου, καταραμένε! Είσαι γελασμένος αν πιστεύεις ότι θα γλιτώσεις».
Ο Γκάο Λιάνγκ άρχισε να τρέχει καταδιωκόμενος από κάτι που ακουγόταν σαν κύμα. Όταν επιτάχυνε το ίδιο έκανε και το νερό, όταν επιβράδυνε και το νερό επιβράδυνε. Τώρα μπροστά του φάνηκε η Πύλη Σι Τζι και μπορούσε να διακρίνει πάνω της τον Λιού Μπογουέν. Ανακουφισμένος ξεχάστηκε, κοίταξε τριγύρω του και τότε το νερό του τον σκέπασε.
Από τότε όλα τα πηγάδια του Πεκίνου έχουν νερό, όμως στο περισσότερά αυτό είναι γλυφό. Και το γλυκό νερό; Το κουβάλησε το Παιδί Δράκος στο Λόφο της Πηγής του Νεφρίτη. Και ο Βασιλιάς Δράκος; Αυτή είναι μια άλλη ιστορία. Αργότερα στο μέρος όπου ο Γκάο Λιανγκ πνίγηκε οι άνθρωποι χτίσανε τη γέφυρα Γκάο Λιάνγκ (1). Όσοι περνούν αυτή τη γέφυρα ίσως ακούσουν την παραπάνω ιστορία.
(από την έκδοση Beijing Legends, Jin Shoushen, Foreign Language Press- Panda Books, Πεκίνο 2005. Απόδοση από τα αγγλικά Δημήτρης Μπάμπας)
1 Ένα ρεύμα πηγάζει από το Λόφο τη Πηγή του Νεφρίτη περνά τη λίμνη Κούν-μινγκ στο κανάλι που παλιότερα λεγόταν το ποτάμι του Γκάο Λιάνγκ και με κατεύθυνση νοτιοανατολικό περνά το ζωολογικό κήπο και πίσω από το εκθεσιακό κέντρο, συνεχίζει ανατολικά στη γέφυρα Γκάο Λιάνγκ (高粱桥, Gāoliang qiáo). Για χρόνια αυτό ήταν ο πλωτός δίαυλος για το Πεκίνο, και πριν την εκτροπή του ποταμού Γκόγκ-ντιγκ ήταν η κύρια πηγή νερού για το Πεκίνο.