του Μα Τζιέν

Πριν 19 χρόνια κατά τη διάρκεια των φοιτητικών αγώνων υπέρ της δημοκρατίας στο Πεκίνο, μια ομάδα από 500 πιο πετυχημένους συγγραφείς της Κίνας ξεχύθηκαν από τις πύλες της Ένωσης Κινέζων Συγγραφέων και διαδήλωσαν στους δρόμους ζητώντας πολιτικές μεταρρυθμίσεις και να τεθεί ένα τέλος στην κυβερνητική διαφθορά.
Το δημοκρατικό κίνημα ήταν στην κορύφωση του. Φοιτητές από το Πεκίνο και τις επαρχίες είχαν καταλάβει την πλατεία Τιεν Αν Μεν (1) και συμμετείχαν σε μια μαζική απεργία πείνας, απαιτώντας από την κυβέρνηση να συνομιλήσει κατευθείαν μαζί τους. Όλη η πόλη συμμετείχε στις διαμαρτυρίες –εργάτες, μικροπωλητές ακόμα και οι ακούραστοι πορτοφολάδες.
Όμως για τους συγγραφείς το να εκτεθούν κατά αυτόν τον τρόπο απαιτούσε ένα ιδιαίτερο θάρρος.
Κάτω από την εξουσία του Μάο, οι διανοούμενοι χαρακτηριζόταν ως οι «Βρωμεροί Ένατοι» -η τελευταία και η χειρότερη κατηγορία των ταξικών εχθρών. Προορισμός τους ήταν να λειτουργούν ως ταπεινοί υπηρέτες της επανάστασης. Στην «Εκστρατεία ενάντια στη Δεξιά» (2) τη δεκαετία του 50, οι συγγραφείς που θεωρήθηκαν ότι είχαν εκτραπεί της πολιτικής ορθοφροσύνης εξορίστηκαν σε απομακρυσμένα στρατόπεδα εργασίας. Κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης (3) περίπου 200 συγγραφείς σκοτώθηκαν ή οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία. Ο παλαίμαχος μυθιστοριογράφος Lao She (Λαο Σι) (4) ταπεινώθηκε τόσο πολύ μετά από το ξυλοδαρμό του από τους Ερυθροφρουρούς στο Ναό του Κομφούκιου στο Πεκίνο που αυτοκτόνησε πηδώντας στα λασπωμένα νερά της λίμνης Taiping.
Μετά το θάνατο του Μάο το 1976 και τη πτώση της «Συμμορίας των Τεσσάρων», στην εξουσία ανέβηκε ο Deng Xiaoping (Ντενγκ Σιάοπινγκ). Αντιλήφθηκε ότι οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις ήταν ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλίσει το κομμουνιστικό καθεστώς και να κερδίσει ξανά τη λαϊκή υποστήριξη. Ωστόσο η επιτυχία μιας τέτοιας κίνησης εξαρτιόταν από τη συνεργασία των διανοουμένων. Για να τους κατευνάσει ενθάρρυνε ένα πιο ανοιχτό κλίμα, χαλαρώνοντας τον κρατικό έλεγχο στις τέχνες. Οι J.D. Salinger, Gabriel Garcia Marquez και Allen Ginsberg εμφανίσθηκαν ξαφνικά σε μεταφράσεις στην κινεζική γλώσσα. Σύντομα ακολούθησε μια έκρηξη δημιουργικότητας στη λογοτεχνία. Ορισμένοι συγγραφείς πειραματίσθηκαν με πρωτοποριακές λογοτεχνικές τεχνικές. Κάποιοι άλλοι ανακάλυψαν μια αίσθηση κοινωνικής υπευθυνότητας και εστίασαν στο σκοτεινό και έως τότε παραμελημένο περιθώριο της κοινωνίας και στις οδυνηρές αναμνήσεις τους από την Πολιτιστική Επανάσταση.
Ως μέλη της ελεγχόμενης από το κράτος Ένωσης Κινέζων Συγγραφέων οι συγγραφείς που διαδήλωσαν στους δρόμους το 1989 ήταν η ελίτ του πολιτισμού. Η Ένωση τους προσέφερε μισθό, διαμονή και ιατρική περίθαλψη και ευκαιρίες να ταξιδέψουν στο εξωτερικό. Βγαίνοντας στους δρόμους και ζητώντας πολιτικές αλλαγές διακινδύνευαν όχι μόνο την προσφάτως κατακτηθείσα κοινωνική τους θέση αλλά και το βιοπορισμό των οικογενειών τους. Ήταν η πρώτη φορά στα 40 χρόνια του κομμουνιστικού καθεστώτος που οι συγγραφείς συγκροτώντας μια ανεξάρτητη οντότητα μιλούσαν εξ ονόματος του λαού.
Όμως η σφαγή στη πλατεία Τιέν Αν Μεν έθεσε ένα τέλος σ’ όλα αυτά. Στις πρωινές ώρες της 4ης Ιουνίου ο Deng Xiaoping αποφάσισε ότι το φοιτητικό κίνημα το είχε παρατραβήξει και διέταξε το στρατό να το καταστείλει με τη βία. Στρατιώτες πυροβολούσαν αδιακρίτως το πλήθος. Τεθωρακισμένα κατευθύνθηκαν προς τη πλατεία, περνώντας πάνω από απλούς διαδηλωτές. Σύνθλιψαν όχι μόνο σώματα αθώων πολιτών και φοιτητών αλλά και τον ιδεαλισμό και την ηθική συνείδηση ενός έθνους.
Όσοι είχαν ένα ενεργό ρόλο στο κίνημα όπως ο πολιτικός δοκιμιογράφος Liu Xiaobo (Λιού Σιάομπο)(5) και ο μυθιστοριογράφος Zheng Yi (Τζενγκ Γι) (6) είτε φυλακίσθηκαν είτε εξαναγκάσθηκαν σε εξορία. Ο θεατρικός συγγραφέας Gao Xingjian (Γκάο Σιγκτζιέν) (7) που αργότερα κέρδισε το Νόμπελ λογοτεχνίας ήταν εκείνη την εποχή στο Παρίσι. Αηδιασμένος από τη βαρβαρική σφαγή, παραιτήθηκε από το κόμμα με συνέπεια να μην επιστρέψει ποτέ ξανά στην Κίνα.
Πριν καλά -καλά η κυβέρνηση καθαρίσει το αίμα από τους δρόμους του Πεκίνου άρχισε να σβήνει τη τραγωδία από την ιστορία. Παραλυμένοι από φόβο και τρόμο οι περισσότεροι κινέζοι συγγραφείς σιώπησαν. Μάλιστα ορισμένοι απ’ αυτούς παπαγάλιζαν τη κομματική γραμμή: ότι οι διαδηλώσεις είχαν εξελιχθεί σε «αντεπαναστατικά έκτροπα» και ότι η βίαιη καταστολή ήταν αναγκαία για να επιστρέψει το έθνος στην τάξη.
Απέστρεψαν το βλέμμα τους από τον πραγματικό κόσμο και αποσύρθηκαν στις ανέσεις του χρυσού κλουβιού τους. Επέλεξαν να γράψουν μελοδράματα που διαδραματιζόταν στην Αυτοκρατορική Κίνα ή την περίοδο της Δημοκρατίας (8). Καθώς το καθεστώς άρχισε, ως αντιστάθμισμα στα αιτήματα για πολιτικές μεταρρυθμίσεις, να αναπτύσσει την οικονομία της αγοράς, οι μυθιστοριογράφοι διαπίστωσαν ότι η σιωπή τους στα πολιτικά ζητήματα ανταμείβεται πλουσιοπάροχα.
Οι ιδεαλιστές συγγραφείς που διαδήλωναν στους δρόμους το 1989 τώρα είναι οι πνευματικοί ταγοί του λογοτεχνικού κατεστημένου. Η Ένωση Κινέζων Συγγραφέων τους χορήγησε βίλες στην εξοχή εξοπλισμένες με σάουνα και γυμναστήριο και σχεδόν απεριόριστο ανοικτό λογαριασμό εξόδων. Όταν πηγαίνουν να δώσουν διαλέξεις, περιπολικά με σειρήνες που ουρλιάζουν ανοίγουν το δρόμο για τη λιμουζίνα τους που την οδηγεί σοφέρ.
Αν και επισήμως είναι κυβερνητικά στελέχη, αρνούνται να παραδεχτούν τη συνεργασία τους μ’ ένα καταπιεστικό πολιτικό σύστημα. Ένας διάσημος συγγραφέας συγκρίνει την πολιτική με τη μύγα: «Εάν το ζουζούνισμα της μ’ ενοχλεί, μπορώ να κλείσω το παράθυρο και να συγκεντρωθώ στην τέχνη μου». Όταν ταξιδεύει στη Δύση για την προώθηση των βιβλίων του παρουσιάζει τον εαυτό του ως έναν αντικαθεστωτικό συγγραφέα. Δεν αντιλαμβάνεται ότι όταν κλείνει το παράθυρο αυτό που αφήνει έξω δεν είναι απλώς μια μύγα αλλά ένα ολόκληρο τοπίο ηθικότητας. Ελάχιστοι από τους πιο θαρραλέους συγγραφείς τολμούν ακόμα να καταπιαστούν με ευαίσθητα θέματα, όπως η κρατική διαφθορά, τα δεινά των κινέζων αγροτών και το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Όμως ενώ ρίχνουν δάκρυα συμπάθειας γρήγορα προσθέτουν ότι η κυβέρνηση καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες για να λύσει τα προβλήματα. Δεν θέλουν να χάσουν τη δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Καθώς αναπτυσσόταν η οικονομία της αγοράς, μια νέα γενιά συγγραφέων αναδύθηκε. Αυτοί μπορούν να ζουν με άνεση με τα κέρδη από τα βιβλία τους χωρίς να έχουν την ανάγκη κυβερνητικής υποστήριξης. Είναι οι επονομαζόμενοι «Χούλιγκαν –συγγραφείς» που εστιάζουν στην αποξένωση της νεολαίας των πόλεων. Είναι επίσης οι «Όμορφες γυναίκες - συγγραφείς» που παράγουν τόμους ναρκισσιστικής chick-lit (9). Παριστάνουν ότι είναι απολιτικοί αλλά η άρνηση τους να αμφισβητήσουν τις βασικές δομές της κοινωνίας είναι από μόνη της μια πολιτική πράξη. Στην Κίνα κάθε πλευρά της ζωής είναι πολιτική, συμπεριλαμβανομένης της λογοτεχνίας.
Ένας καλά δικτυωμένος νεαρός Κινέζος συγγραφέας που πρόσφατα μίλησε στο Λονδίνο ρωτήθηκε για την άποψη του σχετικά με τη σφαγή στην πλατεία Τιέν Αν Μεν. Είπε μ’ ένα χαμόγελο αυτοϊκανοποίησης ότι όταν αυτή συνέβη κοιμόταν στο κρεβάτι του και ότι καθόλου δεν συμμετείχε στις πορείες γιατί τις βρίσκει κουραστικές. Υπάρχει μια λέξη στα κινέζικα που περιγράφει αυτή την στάση: xiaosa (σιάοσα). Σημαίνει απαθής, αδιάφορος, αμέτοχος. Η πλήρης ανεμελιάς και αμεριμνησίας άρνηση του σημαντικού ρόλου που παίζει ένας καλλιτέχνης σε μια κοινωνία είναι μια ασθένεια που έχει προσβάλει έναν πολύ μεγάλο αριθμό μελών της ανεπίσημης ελίτ του πολιτισμού της Κίνας.
Πριν οι εγκεκριμένοι από το κράτος συγγραφείς ταξιδέψουν στο εξωτερικό, η Ένωση Κινέζων Συγγραφέων τους καλεί για μια χαλαρή συνομιλία, προειδοποιώντας τους μ’ ένα κλείσιμο του ματιού «να μιλούν για αυτά που θα πρέπει να μιλούν και να μην μιλούν γι’ αυτά που δεν θα πρέπει να μιλούν». Ο συγγραφέας γνέφει συναινώντας και τίποτε άλλο δεν λέγεται.
Σήμερα πλέον ελάχιστη ανάγκη υπάρχει για λογοκριτές της λογοτεχνίας. Οι συγγραφείς έχουν μάθει να κάνουν τη δουλειά ενός ειδήμονα αυτολογοκρινόμενοι. Η κινέζικη λογοτεχνία είναι κυρίως μια λογοτεχνία του συμβιβασμού. Όμως το πραγματικό πρόβλημα δεν έγκειται τόσο στην ποιότητα αυτών που γράφονται αλλά στην τεράστια ποσότητα αυτών που δεν γράφονται, στις εμπειρίες και τα συναισθήματα που χάνονται χωρίς να καταγράφονται.
Ενώ οι αστέρες του λογοτεχνικού σύμπαντος έχουν αποτύχει να διαμορφώσουν ένα ανεξάρτητο κριτικό λόγο, ο ρόλος μιας ηθικής συνείδησης, κριτή του έθνους έχει πέσει σε λίγους σχολιαστές όπως ο Liu Xiaobo, σε συγγραφείς όπως η θιβετιανή Öser (Γουέι-σε) (10) και ο κινέζος σύζυγός της Wang Lixiong (Γουάνγκ Λισιόνκ) (11) και σε ένα μικρό στρατό γενναίων μπλόγκερ και δημοσιογράφων που έχουν την τόλμη να μιλήσουν για τις αδικίες. 38 απ’ αυτούς είναι τώρα στην φυλακή -μέσα σ’ αυτούς είναι και ο Shi Tao (Σι Τάο) ένας ποιητής που προώθησε σ’ ένα δυτικό ιστότοπο για την δημοκρατία, ένα κυβερνητικό έγγραφο που απαγορεύει τα μέσα ενημέρωσης να αναφερθούν στην επέτειο της σφαγής της 4ης Ιουνίου (12).
Οι πιο δυνατές λέξεις στην κινεζική γλώσσα πέρσι δεν γράφτηκαν από ένα μυθιστοριογράφο αλλά από ένα άγνωστο πολίτη, ο οποίος δημοσίευσε σε μια εφημερίδα του Sichuan (Σιτσουάν) μια αγγελία που έλεγε: «Σεβασμός στις μητέρες των θυμάτων της 4ης Ιουνίου». Ο νεαρός υπάλληλος που την ενέκρινε για δημοσίευση δεν αντιλήφθηκε τη σημασία της ημερομηνίας. Το ολίσθημα γρήγορα έγινε αντιληπτό από τις αρχές και τρεις εκ των συντακτών της εφημερίδας έχασαν τη δουλειά τους.
Στο κινέζικο λαό έχουν αρνηθεί τη γνώση του παρελθόντος του όπως και το δικαίωμα να στοχασθεί πάνω σ’ αυτό. Μεγάλα κενά υπάρχουν στη συλλογική μνήμη του έθνους. Επαφίεται στους κινέζους μυθιστοριογράφους, ποιητές, μπλογκέρς και δημοσιογράφους, σ’ όλο τον κόσμο, να καλύψουν αυτά τα κενά.

(Απόδοση από τα αγγλικά, σημειώσεις Δημήτρης Μπάμπας)

* Ma Jian (Μα Τζιέν). Κινέζος συγγραφέας. Από το 1999 ζει αυτοεξόριστος στην Αγγλία. Το βιβλίο του Red Dust κέρδισε το Thomas Cook Travel Award το 2002. Στην ελληνική γλώσσα κυκλοφορούν τα έργα του Πεκίνο σε κώμα (Πάπυρος, 2009) και Ο μακαρονοποιός (Πάπυρος, 2007).
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στις 30 Μαΐου 2008 στην εφημερίδα The Times (Λονδίνο).

1 Η πλατεία Τιέν Αν Μεν (Tian An Men, στα κινέζικα σημαίνει Ουράνια Γαλήνη) βρίσκεται στο κέντρο του Πεκίνου. Στην ανατολική και δυτική πλευρά της βρίσκεται το Ιστορικό Μουσείο και η Αίθουσα της Μεγάλης Συνέλευσης του Λαού αντίστοιχα, ενώ στην βόρεια πλευρά η Απαγορευμένη Πόλη.
2 Πολιτική εκστρατεία στα τέλη της δεκαετίας του 50. Ακολούθησε την «Εκστρατεία των Χιλίων Λουλουδιών» που προωθούσε τον πολιτικό πλουραλισμό και την έκφραση διαφορετικής γνώμης. Τα θύματα της «Εκστρατείας ενάντια στη Δεξιά» αποκαταστάθηκαν πολιτικά το 1979 μετά το θάνατο του Μάο.
3 Η «Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση» διήρκησε από το 1966 έως το 1976 και βύθισε την Κίνα στο χάος και την απορύθμιση. Έληξε με τη σύλληψη της «Συμμορίας των Τεσσάρων» που την καθοδήγησε πολιτικά.
4 Ο Lao She (1899 –1966) μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας, από τους πιο σημαντικούς της σύγχρονης Κίνας. Αποκαταστάθηκε πολιτικά μετά θάνατον.
5 Liu Xiaobo (1955) συγγραφέας, καθηγητής πανεπιστημίου και πολιτικός αντιφρονών. Το Δεκέμβριο του 2009 καταδικάσθηκε σε 11ετη φυλάκιση, ποινή που προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στη Δύση.
6 Σήμερα ζει στις ΗΠΑ. Στην αγγλική γλώσσα κυκλοφορεί το μυθιστόρημα του Scarlet Memorial: Tales of Cannibalism in Modern China (HarperCollins, 1996) που επικεντρώνεται στους κανιβαλισμούς κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης.
7 Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του Το βουνό της ψυχής και Το βιβλίο ενός άντρα μόνου (Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη).
8 Η χρονική περίοδος 1912 έως 1949 μεταξύ της κατάρρευσης της μοναρχίας και της εγκαθίδρυσης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
9 Είδος λογοτεχνίας που προσεγγίζει μια γυναικεία θεματολογία με τρόπο ελαφρύ και χιουμοριστικό.
10 Στην γαλλική γλώσσα κυκλοφορεί το σχετικό με το Θιβέτ έργό της Mémoire interdite. Témoignages sur la Révolution culturelle au Tibet (2008)
11 Ένα μεγάλο μέρους του έργου του Wang Lixiong (1953) επικεντρώνεται στο Θιβέτ. Το βιβλίο του με το τίτλο Κίτρινος Κίνδυνος (ο αγγλικός τίτλος China Tidal Wave), μια ιστορία πολιτικής φαντασίας, του χάρισε φήμη και δημοσιότητα και διακινήθηκε παράνομα στην Κίνα.
12 Ο Shi Tao (1968) είναι δημοσιογράφος, συγγραφέας και ποιητής. Καταδικάσθηκε σε 10ετή φυλάκιση όταν τα στοιχεία του δόθηκαν από την Yahoo! China στην κινέζικη κυβέρνηση ως υπεύθυνου της αποστολής του εγγράφου.