Ένας κίνδυνος κρύβεται σε κάθε μυθιστόρημα στρατευμένης λογοτεχνίας: ο συγγραφέας παρασυρμένος από τις (πολιτικές) προτεραιότητες που θέτει η στράτευσή του να παραβλέψει αυτό που συνιστά την ουσία της τέχνης του, δηλαδή την υπέρβαση της πραγματικότητας, τη μεταμόρφωση και μεταποίηση της. Η αλήθεια είναι ότι συχνά οι ισορροπίες ανάμεσα στο πολιτικό και λογοτεχνικό είναι δύσκολο να κρατηθούν, ιδίως όταν η πραγματικότητα είναι ένα τραυματικό βίωμα- όμως αυτό ακριβώς κάνει συναρπαστικό το είδος: ο διαρκής αγώνας του δημιουργού για να κρατηθεί η ισορροπία. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με το μυθιστόρημα του Ma Jian (Μα Τζιέν).
Έργο ζωής για τον αυτοεξόριστο συγγραφέα, το ογκωδέστατο μυθιστόρημα έχει στο κέντρο του την προ εικοσαετίας εξέγερση της πλατείας Τιέν Αν Μεν καθώς επίσης και ότι προηγήθηκε αυτής αλλά και ότι την ακολούθησε. Χρονικό των γεγονότων με τη δύναμη μιας προσωπικής μαρτυρίας, το Πεκίνο σε κώμα παραβιάζει το ταμπού σιωπής που συνοδεύει τα της εξέγερσης. Κεντρικό πρόσωπο ένας νεαρός φοιτητής που εξ αιτίας ενός βαρύτατου τραυματισμού βρίσκεται σε βαθύ κώμα. Υπήρξε ένας από τους περιφερειακούς ηγέτες της εξέγερσης -ένας από τους υπεύθυνους της περιφρούρησης στην πλατεία- συμμέτοχος και αυτόπτης μάρτυρας: ένας εκπρόσωπος της γενιάς του. Όντας σε κώμα ανασυνθέτει τόσο τη δική του σύντομη προσωπική διαδρομή -από την παιδική ηλικία μέχρι τη νεότητα- όσο και τη συλλογική, από τις πρώτες άνευ σημασίας δειλές φοιτητικές διαμαρτυρίες στην κατάληψη της πλατείας, την εξέγερση και τη συντριβή. Παράλληλα γίνεται εξ αποστάσεως μάρτυρας των κοινωνικών (και όχι μόνο) αλλαγών που συντάραξαν την Κίνα τα 10 χρόνια που ακολούθησαν.
Το γεγονός ότι ο συγγραφέας είναι ένας πολιτικός αντιφρονών καθορίζει μ’ ένα πολύ σαφή και έντονο τρόπο όλο το μυθιστόρημα: βρίθει αναφορών στις τραγικές αποτυχίες του καθεστώτος, σε βίαια και αποτρόπαια περιστατικά (με αποκορύφωμα αυτά της Πολιτιστικής Επανάστασης). Αποτελεί σ’ ένα βαθμό το μυθιστόρημα μια «Μαύρη Βίβλο» του καθεστώτος. Έχοντας ο ίδιος ο Ma Jian συμμετάσχει στην εξέγερση, τοποθετεί τον ήρωα του στον αντίποδα μιας δεσποτικής και αυταρχικής εξουσίας: απέναντι στην εξέγερση βρίσκεται η «συντηρητική» πτέρυγα της τότε εξουσίας, με επικεφαλής τον «μεταρρυθμιστή» Ντεγκ Χσιάο Πινγκ. Ο ήρωας καθορίζεται όχι μόνο από τα πιεστικά αιτήματα που θέτει το νεαρό της ηλικίας του ή το οικογενειακό του παρελθόν (η οικογένεια του έχει ταλαιπωρηθεί από τις διάφορες πολιτικές εκστρατείες) αλλά και από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα (το 1989 είναι η εποχή που καταρρέουν τα κομμουνιστικά καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης) και τη σαγήνη που ασκεί ο δυτικός πολιτισμός στη νεολαία της εποχής: ο Φρόιντ και η ταϊβανέζικη ποπ, ο Κάφκα και η δυτική κλασσική (και όχι μόνο) μουσική, ο Βαν Γκογκ, o Πικάσο και ο Σαίξπηρ. Έτσι το αίτημα για δημοκρατία, το οποίο υπήρξε και το καταστάλαγμα των αιτημάτων της εξέγερσης, μοιάζει να ‘ναι υπό την επήρεια των δυτικών πολιτιστικών αξιών. Εξ’ αιτίας αυτών η κατάληψη της πλατείας δεν υπήρξε μόνο μια από τις πολλές εξεγέρσεις ενάντια σε μια αυταρχική (αυτοκρατορική) εξουσία -ένα γεγονός τόσο σύνηθες στο ιστορικό παρελθόν της χώρας. Υπήρξε επιπλέον και μια από τις πολλές απόπειρες δυτικού εκσυγχρονισμού από τα κάτω που γνώρισε η Κίνα τον 20ο αιώνα. Και η βιαιότητα με την οποία συντρίβεται έκφραση μιας (απω)ανατολικής δεσποτικής βαρβαρότητας.
Ο συγγραφέας όντας αυτόπτης μάρτυρας αλλά και συμμετέχων αφηγείται με λεπτομέρεια τα της εξέγερσης: τη ζωή στην πλατεία, τις συγκρούσεις και την πάλη για εξουσία στο εσωτερικό του κινήματος, την ανιδιοτέλεια και το θάρρος, τις μικρότητες αλλά και τις μεγάλες στιγμές της εξέγερσης. Παράλληλα και σε αντιπαράθεση με τα προηγούμενα, ο αναγνώστης παρακολουθεί και το πώς η χώρα (αλλά και το καθεστώς) διαχειρίσθηκε τη μνήμη της εξέγερσης: τα πάντα σκεπάσθηκαν από τη λήθη, ολόκληρη η χώρα απέστρεψε το βλέμμα της από το παρελθόν της και ανενόχλητη από ερινύες και τύψεις βυθίστηκε στην «ευδαιμονία» της οικονομίας της αγοράς. Δεν είναι λοιπόν χωρίς σημασία που το μυθιστόρημα ολοκληρώνεται -με τον ήρωα ζωντανό και πάντα σε βαθύ κώμα– όταν ξεκινούν οι προετοιμασίες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2008. Τότε διαλύονται και οι τελευταίες αυταπάτες, τότε ολοκληρώνεται η πορεία ηθικής έκπτωσης: τότε όμως είναι η στιγμή που η χώρα εισβάλλει ορμητικά στο δυτικό πολιτιστικό σύμπαν.
Μέσα σ’ αυτό το τοπίο ο κεντρικός χαρακτήρας κατέχει τη θέση ενός αμείλικτου ηθικού κριτή: παρατηρεί τα τεκταινόμενα στον έξω κόσμο και υπογραμμίζει το έλλειμμα ηθικής –ένα έλλειμμα όμως που δεν αφορά μόνο την εξουσία. Εν τέλει ο ήρωας συντρίβεται δύο φορές: την πρώτη από την αυταρχική εξουσία το βράδυ της 4ης Ιουνίου του 1989 στην πλατεία Τιέν Αν Μεν. Και τη δεύτερη στη διάρκεια των χρόνων που ακολούθησαν όταν το πνεύμα της εξέγερσης εξατμίζεται και η επιθυμία για ανατροπή μετατρέπεται σε καταναλωτική μανία. Και τότε η λήθη δεν είναι μόνο κάτι που το καθεστώς (δηλαδή η εξουσία) επιβάλλει με τρόπο αποτελεσματικό, αλλά και κάτι που με κρυφό κυνισμό επιδιώκεται. Χωρίς σωματική δύναμη πλέον, ο ήρωας εκτός από θύμα της εξουσίας είναι και μια διαρκής υπενθύμιση της συλλογικής ενοχής. Είναι το ιερό θύμα μιας θυσίας που ολόκληρη κοινωνία τελεί με σκοπό να θεμελιώσει το μέλλον της: για να κατακτηθεί η (δυτικού τύπου) «ευημερία» πρέπει να θυσιαστεί η αθωότητα και ο ιδεαλισμός μιας γενιάς.
Ma Jian
Πεκίνο σε κώμα
μετ. Μαριάννα Μπεμπετίδη
εκδ. Πάπυρος
σελ. 840
2009
Δημήτρης Μπάμπας
(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Εντευκτήριο", τχ. 90, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2010)