Του Mark Leonard (*)
Το μεγαλύτερο διάστημα της τελευταίας 30ετίας, οι ηγέτες της Κίνας αγωνιούσαν για τη φτώχεια στη χώρα. Αλλά, καθώς πλησιάζει ο καιρός να γίνει αλλαγή φρουράς στην κορυφή της κινεζικής ηγεσίας, πηγή προβληματισμού είναι η αφθονία της χώρας. Ο Ντενγκ Ξιαοπίνγκ ανήγγειλε το 1979 ότι απώτερος στόχος για τον εκσυγχρονισμό της Κίνας είναι να δημιουργηθεί μια σχετικά ευκατάστατη κοινωνία, όπου οι πολίτες της χώρας δεν θα μάχονται μόνον για τα προς το ζην. Για περισσότερο από μια δεκαετία, οι Κινέζοι βίωσαν αυτήν την ουτοπική -για τα δικά τους μέτρα και σταθμά- εκδοχή της κοινωνίας.
Σε ένα πρόσφατο ταξίδι στην επαρχία της Γκουάντονγκ εντυπωσιάστηκα από τον πλούτο της ακριβής περιοχής Pearl River Delta, αλλά και από τα αδύναμα θεμέλια που έχει αυτή η πτυχή της κοινωνίας. Μέσα στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, ο ρυθμός ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας «επιβραδύνθηκε» στο 7,6%. Είναι η χειρότερη επίδοση από το 2009, όταν 20 εκατομμύρια Κινέζοι έμειναν άνεργοι εξαιτίας της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Πρόσφατα, ο πρόεδρος της χώρας, Γουέν Τζιαμπάο, προειδοποίησε ότι οι συνθήκες στην οικονομία θα επιδεινωθούν αισθητά.
Το καθεστώς στην Γκουάντονγκ –όπου εσωτερικοί μετανάστες διαδηλώνουν κατ’ επανάληψη και η αναδυόμενη αστική τάξη προσπαθεί να περιφρουρήσει το βιοτικό της επίπεδο σε έναν περιβάλλον οικονομικής επιβράδυνσης- δέχεται αρκετές προκλήσεις. Σήμερα, με την αφθονία που περιβάλει την κινεζική οικονομία, οι διανοούμενοι προσπαθούν να κατανοήσουν τα προβλήματά της. Στο βιβλίο «Η Κοινωνία της Αφθονίας», ο συγγραφέας Τζον Κένεθ Γκαλμπρέιθ υποστηρίζει το 1958 ότι η εμμονή των ΗΠΑ για την ποσότητα των προϊόντων που παράγει θα πρέπει να παραχωρήσει τη θέση της στην ποιότητα της ζωής που παρέχει στους πολίτες της. Στην εισαγωγή του βιβλίου υποστηρίζει ότι οι φτωχοί έχουν πλήρη συνείδηση των προβλημάτων τους και των λύσεων που χρειάζονται, ενώ οι πλούσιοι διοχετεύουν τον πλούτο τους σε λάθος σκοπούς.
Η Κίνα ήταν μια κοινωνία με τη μεγαλύτερη ισότητα μεταξύ των μελών της. Σήμερα είναι μια κοινωνία με μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών από τις ΗΠΑ. Διακεκριμένοι διανοούμενοι σήμερα, όπως ο Γουάν Σάγκανγκ και ο Λου Ζουλέ, θεωρούν ότι ο Γκαλμπρέιθ δεν θα είχε καμία δυσκολία για να βρει και ν’ αναγνωρίσει συμπτώματα μιας «κοινωνίας της Αφθονίας» στη σύγχρονη Κίνα. Πρώτα-πρώτα, η πολιτική ηγεσία της Κίνας έχει αφοσιωθεί εδώ και μια γενιά στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας εις βάρος όλων των υπολοίπων αναγκών της. Δεύτερον, η ανισότητα έχει κατακλύσει την οικονομία, αφού η Κίνα κατέστρεψε τον προστατευτικό ιστό της κοινωνίας. Τρίτον, η κατανάλωση έχει αυξηθεί σε παράλογο βαθμό εις βάρος των επενδύσεων σε δημόσια αγαθά, όπως οι συντάξεις ή η παροχή μιας αξιοπρεπούς υγειονομικής περίθαλψης και εκπαίδευσης. Τέταρτον, έχουν αυξηθεί οι δαπάνες σε ανούσια προγράμματα αντί να αναβαθμιστεί το κράτος πρόνοιας.
Η μεγάλη αύξηση των φθηνών εξαγωγών στην Κίνα οφείλεται από το σύστημα «χούκου» (hukou system) που πυροδότησε ένα τεράστιο κύμα εσωτερικής μετανάστευσης. Ωστόσο, η μετακίνηση των Κινέζων από τις αγροτικές περιφέρειες σε εργοστασιακές μονάδες τους στερεί όλα τα δικαιώματα στην κοινωνία, με βάση το σύστημα χούκου. Κατά συνέπεια, η Τζιαντζού, η μεγαλύτερη στην περιφέρεια της Γκουάνονγκ, έχει γίνει σαν τη Σαουδική Αραβία. Εκτιμάται ότι μόνον τρία από τα 15 εκατομμύρια άτομα που εργάζονται καθημερινά στην Τζιαντζού είναι καταγεγραμμένα στα αρχεία του κράτους. Οι υπόλοιποι δεν έχουν κανένα δικαίωμα σε στέγη, εκπαίδευση ή υγειονομική περίθαλψη, ενώ λαμβάνουν εξαιρετικά χαμηλά ημερομίσθια.
Η μεγάλη διαμάχη στην Κίνα είναι πώς θα διαφύγει από την παγίδα αυτής της αφθονίας.
Υποστηρικτές της φιλελεύθερης αριστεράς αναζητούν τρόπους για την ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης. Στην κορυφή της ατζέντας τους είναι η οικονομική ενίσχυση των χαμηλόμισθων, η πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες, η αναδιάρθρωση του συστήματος χούκου και ο τερματισμός των «πλασματικών επιδοτήσεων» στις εξαγωγές.
Μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2009, τα τεράστια μέτρα στήριξης της οικονομίας βοήθησαν βραχυπρόθεσμα τη χώρα, αλλά ενέτειναν τις μακροπρόθεσμες ανισορροπίες. Σήμερα, οι διανοούμενοι στην Κίνα τονίζουν ότι η κοινωνία έχει φθάσει τα όριά της, καθώς όλο και περισσότεροι εσωτερικοί μετανάστες διαδηλώνουν στους δρόμους, ενώ κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν μπορούν να συμφωνήσουν στη χάραξη οικονομικής πολιτικής. Ενώ οι προκάτοχοί τους έπρεπε να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της φτώχειας, η νέα γενιά Κινέζων ηγετών θα πρέπει να ξεφύγει από την παγίδα της «αφθονίας» στον ιδιωτικό κλάδο και της αθλιότητας στο δημόσιο βίο, όπως έγραψε πολλά χρόνια πριν ο Γκαλμπρέιθ.
* Συνιδρυτής και διευθυντής του ευρωπαϊκού think tank European Council on Foreign Relations. To άρθρο δημοσιεύθηκε στο Reuters.
(ελληνική μετάφραση εφ. Η Καθημερινή 12-08-12)