Εναν από τους ισχυρότερους μοχλούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας αποτελούν πλέον οι Κινέζοι καταναλωτές, που αυξάνουν διαρκώς τις δαπάνες τους για την αγορά εισαγόμενων προϊόντων. Η αγοραστική τους δύναμη έχει αναβαθμιστεί θεαματικά στα 40 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από το 1978, όταν ο τότε πρόεδρος της Κίνας Τενγκ Σιαοπίνγκ εφάρμοσε ένα μακρόπνοο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα. Ολοένα και περισσότερα εξωτικά εδέσματα εισέρχονται στην κινεζική αγορά και βρίσκουν τη θέση τους στο τραπέζι των Κινέζων, έχοντας διανύσει χιλιάδες χιλιόμετρα. Από το 2011 έως σήμερα, περίπου 7.000 τρένα έχουν μεταφέρει το φορτίο τους από και προς την Ευρώπη πάνω σε 61 σιδηροδρομικές γραμμές που συνδέουν 38 κινεζικές πόλεις με 36 ευρωπαϊκές. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει τριπλασιαστεί ο αριθμός των τρένων που έρχονται στην Κίνα από την Ευρώπη, καθώς οι Κινέζοι καταναλωτές θέλουν να κάνουν τα ψώνια τους από την παγκόσμια αγορά. Οπως αναφέρει ο Σλαβομίρ Ματζμάν, πρόεδρος της Παγκόσμιας Ενωσης Αγροτικών Επιχειρήσεων, οι εξαγωγές της Ελλάδας στην Κίνα έχουν αυξηθεί κατά 40% τα τελευταία χρόνια και, βέβαια, κάτι ανάλογο συμβαίνει με τις εξαγωγές πολλών άλλων χωρών.
Στην αυξανόμενη δύναμη του Κινέζου καταναλωτή και στον πλούτο που χαρακτηρίζει πλέον την κινεζική αγορά αναφέρεται εκτενές ρεπορτάζ του επίσημου ειδησεογραφικού πρακτορείου της Κίνας, Ξινχουά. Οπως προκύπτει από το εν λόγω ρεπορτάζ, η κινεζική αγορά είναι μία από τις μεγαλύτερες του κόσμου σε αυτοκίνητα, ένδυση και ηλεκτρονικά παιχνίδια και διευρύνεται συνεχώς σε καταναλωτικά αγαθά, υπηρεσίες και πολιτισμό. Με αφορμή τη σημερινή γιορτή της κινεζικής Πρωτοχρονιάς, το Ξινχουά αναφέρεται στην καταναλωτική διάθεση που επιδεικνύουν οι Κινέζοι κατά τον εορτασμό του Νέου Ετους. Τις ημέρες αυτές αγοράζουν τα πάντα, από μοσχαρίσιο κρέας και φιστίκια μέχρι πυροτεχνήματα και ποιητικές συλλογές. Το κινεζικό πρακτορείο παραθέτει την περίπτωση ενός εξ αυτών, του Γουάνγκ Γιανγκ, που φέτος δεν αγόρασε παραδοσιακά εδέσματα της χώρας του αλλά προτίμησε γερμανική μπίρα, γαλλικό κρέας και θαλασσινά από τη Βόρεια Ευρώπη καθώς και πολλά άλλα. Ξόδεψε συνολικά 500 δολάρια σε ένα εμπορικό κέντρο, στο οποίο πωλούνται μόνον εισαγόμενα προϊόντα, στην επαρχία Χενάν της κινεζικής ενδοχώρας.
Τον Ιανουάριο, στο Νταβός, ανώτατος Κινέζος αξιωματούχος υποσχέθηκε πως η Κίνα θα μειώσει περισσότερο τους δασμούς σε εισαγόμενα προϊόντα, όπως τα αυτοκίνητα. Την περασμένη χρονιά το Πεκίνο μείωσε τους δασμούς σε 187 εισαγόμενα προϊόντα. Ετσι, ο μέσος δασμός στις εισαγωγές έχει υποχωρήσει από το 17,3% στο 7,7%. Μεγάλη ώθηση στην κατανάλωση έχει, άλλωστε, δώσει η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου, καθώς όσοι Κινέζοι έχουν την οικονομική δυνατότητα μπορούν πλέον να επιλέγουν τις αγορές με μερικά κλικ και δεν χρειάζεται να ταξιδέψουν στο εξωτερικό, ούτε καν να επισκεφθούν ένα από τα πολυτελή εμπορικά κέντρα της χώρας. Το 2017, οι εισαγωγές της Κίνας, μέσω ηλεκτρονικού εμπορίου, εκτοξεύθηκαν κατά 116,4%, φθάνοντας τα 8,76 δισ. δολάρια.
Σε ατμομηχανή ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας εξελίσσεται η μεσαία τάξη
Η Κίνα έχει τη μεγαλύτερη μεσαία τάξη στον κόσμο, που ανέρχεται σε 300 εκατ. άτομα, αυξάνεται ταχύτατα και αντιπροσωπεύει το 30% της μεσαίας τάξης παγκοσμίως. Το Πεκίνο προσβλέπει στην ώθηση που μπορεί να δώσει στην κινεζική οικονομία αυτή η τεράστια μεσαία τάξη, με την αναβαθμισμένη καταναλωτική της δυνατότητα, αλλά και τις υψηλές απαιτήσεις της.
Η ευκαιρία της κινεζικής Πρωτοχρονιάς αναμένεται, βάσει των τελευταίων εκτιμήσεων, να προσφέρει μεγάλη τόνωση στη βιομηχανία των ταξιδιωτικών γραφείων. Για τις αργίες του Νέου Ετους υπολογίζεται ότι οι Κινέζοι θα κάνουν 6,5 εκατ. ταξίδια στο εξωτερικό. Σύμφωνα με το online ταξιδιωτικό γραφείο Ctrip, από την Κίνα έχουν γίνει κρατήσεις για ταξίδια σε τουλάχιστον 700 πόλεις σε 68 χώρες.
Οπως τονίζει ο Γουάνγκ Μπινγκνάν, ο Κινέζος υφυπουργός Εμπορίου, «το χαρακτηριστικό των φετινών διακοπών του Νέου Ετους θα είναι η κατανάλωση προϊόντων και υπηρεσιών υψηλότερης ποιότητας, που γίνονται όλο και πιο δημοφιλή». Ο ίδιος θυμάται ακόμη πως τη δεκαετία του 1990 τον έπαιρνε μαζί του ο πατέρας του στις αγορές των αγροτικών περιοχών, στις οποίες πήγαινε για να αγοράσει κρέας και κοτόπουλο από την εγχώρια παραγωγή.
Σε ό,τι αφορά τις νέες τάσεις των Κινέζων που ψωνίζουν εισαγόμενα ή κάνουν τις αγορές τους ηλεκτρονικά, ο κ. Γουάνγκ προβλέπει ότι θα επιφέρουν θεμελιώδεις αλλαγές στην αγορά, στο μοντέλο ανάπτυξης και στην ποιότητα της οικονομίας. Πράγματι, η κατανάλωση αποτελεί σήμερα κύριο παράγοντα της ανάπτυξης και, σύμφωνα με την κινεζική στατιστική υπηρεσία, την περασμένη χρονιά συνεισέφερε κατά 58,8% στην αύξηση του ΑΕΠ της Κίνας. Σύμφωνα, άλλωστε, με τη συμβουλευτική McKinsey & Company, η καταναλωτική εμπιστοσύνη στην Κίνα βρίσκεται σήμερα στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 10 ετών εν μέρει και λόγω της νέας γενιάς που καταναλώνει ό,τι έχει σχέση με την τεχνολογία. Οπως επισημαίνουν, άλλωστε, πολλοί οικονομικοί αναλυτές στην Κίνα, υπάρχει μεγάλη δυναμική ανάπτυξης στις φτωχές αγροτικές περιοχές της. Σύμφωνα πάντα με την κινεζική στατιστική υπηρεσία, το 2017, οι λιανικές πωλήσεις καταναλωτικών προϊόντων στις αγροτικές περιοχές αυξήθηκαν κατά 11,8%, όταν η αντίστοιχη αύξηση στα αστικά κέντρα ήταν 10%. Η αύξηση οφείλεται κυρίως στις πολιτικές που έχει εφαρμόσει το Πεκίνο για να τονώσει το εισόδημα των αγροτών. Η αναβάθμιση, άλλωστε, των αγροτικών περιοχών της χώρας αναφέρεται ως «ιστορικό καθήκον» σε έκθεση που παρουσιάστηκε το φθινόπωρο στο 19ο Συνέδριο του ΚΚΚ. Στους νέους στόχους συγκαταλέγονται και ο εκσυγχρονισμός και η ευημερία της κινεζικής κοινωνίας στο σύνολό της.
(Δημοσιεύτηκε στην εφ. Η Καθημερινή 19.02.2018)