της Κατερίνας Γιουέ Γου (*)

Η Πολιτιστική Επανάσταση ίσως είναι η πιο δραματική σελίδα στην ιστορία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Η ιστορία της συχνά απλοποιείται από τις συγκινήσεις. Ομως, τρία συνυφασμένα στοιχεία δεν πρέπει να παραμεληθούν αν θέλουμε να καταλάβουμε την ιστορική δυναμική στα δέκα ολόκληρα χρόνια της Πολιτιστικής Επανάστασης: η επαναστατική θεωρία του Μάο Τσε Τουνγκ, η πάλη των ανώτερων στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας για την εξουσία, και η κοινωνική πραγματικότητα της τότε Κίνας.

Η επαναστατική θεωρία Ντου Μάο Τσε Τουνγκ
Ο Μάο, ως ένας μεγάλος επαναστάτης, πίστευε ότι η τάξη ενός ανθρώπου εξαρτάται όχι μόνο από τη σχέση του με τα μέσα παραγωγής, αλλά και από την ιδεολογία και τις πολιτικές σκέψεις του. Συνεπώς, πρέπει να πραγματοποιηθεί μια επανάσταση του πολιτισμού, για να καθαρίσει την ιδεολογία των μαζών. Αυτή θα ήταν η τελευταία επανάσταση, που θα σώσει τις ψυχές των ανθρώπων.
Ανησυχητικές εξελίξεις εμφανίστηκαν από το 1961. Για να αντιστρέψουν την καταστροφική συνέπεια του «Αλματος προς τα Εμπρός», οι μετριοπαθείς του Κόμματος με επικεφαλής τον Λιου Σάο Σι και τον Ντενγκ Σιαοπίνγκ χρησιμοποίησαν υλικά κίνητρα για να προωθήσουν τη βιομηχανική και τη γεωργική παραγωγή. Η οικονομία βελτιώθηκε, αλλά η διαφορά μεταξύ της διανοητικής και χειρωνακτικής εργασίας αυξήθηκε. Η νέα γενιά αναζητούσε δουλειές γραφείου και περιφρονούσε τις εργασίες του μπλε κολάρου. Στις εφημερίδες, μερικοί διανοούμενοι ηγέτες του Κόμματος επέκριναν τις πολιτικές του Μάο με έξυπνες ιστορικές μεταφορές. Ολα αυτά έκαναν τον Μάο να πιστεύει ότι το Κόμμα απειλείτο από ρεβιζιονιστικές τάσεις και οι κύριοι αστικοί ταξικοί εχθροί ήταν οι ίδιοι οι παλιοί του σύντροφοι, όπως ο Λιου Σάο Σι, ο πρόεδρος της Κίνας και επιλεγμένος ως διάδοχος του Μάο στη δεκαετία του 1950. Κατά την ίδια περίοδο, οι σινοσοβιετικές σχέσεις επιδεινώνονταν, γεγονός που ενίσχυσε την απόφαση του Μάο: η ανάγκη μιας πολιτιστικής επανάστασης ήταν επείγουσα, αλλιώς η Κίνα, μετά τον θάνατό του, θα ακολουθούσε τον «ρεβιζιονιστικό» δρόμο της Σοβιετικής Ενωσης και ο καπιταλισμός θα ήταν η μόνη επιλογή.
Ο Μάο βρήκε τους έμπιστους υποστηρικτές του στην κομματική ηγεσία: τον Λιν Πιάο που ήταν ο αρχηγός του στρατού και τη σύζυγό του Τζιανγκ Τσινγκ μαζί με άλλους ριζοσπάστες στην Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος. Ετσι, ο Μάο ήταν έτοιμος για το πρώτο χτύπημα. Στις 16 Μαΐου του 1966, στο Πολιτικό Γραφείο του Κόμματος, ο Μάο εξέδωσε μια απόφαση: «Πρέπει να επικρίνουμε την αντιδραστική αστική ιδεολογία στον τομέα της ακαδημαϊκής κοινότητας, της παιδείας, των μέσων ενημέρωσης, των τεχνών, και της εκδοτικής βιομηχανίας, να αδράξουμε την ηγεσία στον τομέα του πολιτισμού... Οπωσδήποτε να εκκαθαρίσουμε τους εκπροσώπους της αστικής τάξης που κρύβονται μέσα στο Κόμμα, στην κυβέρνηση και στον στρατό... Οι άνθρωποι σαν τον Χρουστσόφ τώρα κοιμούνται δίπλα μας».
Αυτή ήταν η γνωστή «Ανακοίνωση της 16ης Μαΐου», που σηματοδότησε την έναρξη της Πολιτιστικής Επανάστασης.

Η ταραγμένη εποχή των ερυθροφρουρών
Η στρατηγική του Μάο ήταν να χρησιμοποιήσει τους ριζοσπάστες ηγέτες και τις μάζες για να επιτεθούν στους ρεβιζιονιστές. Τον ίδιο μήνα ίδρυσε το ανώτερο κέντρο της Επανάστασης, την «Κεντρική Ομάδα της Πολιτιστικής Επανάστασης», με όλα τα μέλη της από την φατρία της Τζιανγκ Τσινγκ. Κάτω από την εντολή της ΚΟΠΕ, ξεκίνησε ένα φοιτητικό κίνημα κατά των αστών δασκάλων και διαδόθηκε σε όλα τα σχολεία και πανεπιστήμια της Κίνας. Εμφανίστηκαν οι ερυθροφρουροί –«φρουροί που υπερασπίζονταν την ερυθρή εξουσία». Τα μέλη αυτών των φοιτητικών οργανώσεων κακοποίησαν με βία και ταπεινωτικό τρόπο τους «αστούς», καθηγητές, διανοούμενους, καλλιτέχνες κ.τ.λ. Οι ερυθροφρουροί εισέβαλλαν στα σπίτια των υπόπτων «ταξικών εχθρών» και άρπαζαν τα «αποδεικτικά στοιχεία». Στις παράνομες δημόσιες δίκες, οι «ταξικοί εχθροί» αναγκάστηκαν να φορέσουν τα χάρτινα καπέλα και τις πινακίδες με τα «εγκλήματά» τους γραμμένα πάνω. Μερικοί βασανίστηκαν μέχρι θανάτου. Μερικοί αυτοκτόνησαν. Επιπλέον, οι ερυθροφρουροί κατέστρεψαν όλα τα παλιά και συνεπώς αντεπαναστατικά αντικείμενα: αρχαία μνημεία, παραδοσιακά μαγαζιά, βιβλία...
Και ο Μάο τους ευλόγησε. Από τον Αύγουστο μέχρι τον Νοέμβριο του 1966, ο Μάο στην Πλατεία Τιενανμέν συναντήθηκε οκτώ φορές με τους συνολικά 11 εκατομμύρια ερυθροφρουρούς από όλη την Κίνα. Το πλήθος εκατομμυρίων νέων, κουνώντας το «κόκκινο βιβλίο» (οι αναφορές του Μάο) και φωνάζοντας «Ζήτω ο πρόεδρος Μάο!», αποτελεί μια τυπική εικόνα της Πολιτιστικής Επανάστασης.
Αλλά το κίνημα των ερυθροφρουρών έγινε ανεξέλεγκτο ακόμα και για τον Μάο. Σχεδόν από την αρχή του κινήματος, οι ερυθροφρουροί χωρίστηκαν σε δύο παρατάξεις που μάχονταν μεταξύ τους. Αυτοί που λέγονταν «βασιλόφρονες» προέρχονταν από τις οικογένειες στελεχών και στρατιωτών, ενώ οι άλλοι που λέγονταν «επαναστάτες» προέρχονταν από αστικές οικογένειες. Οι τελευταίοι άδραξαν την ευκαιρία της εκδίκησης για τις διακρίσεις και τις αδικίες που υπέφεραν χρόνια και σκόπευαν να καταστρέψουν το σύστημα που μέχρι τώρα ωφελούσε μόνο τους «βασιλόφρονες». Καθώς η Πολιτιστική Επανάσταση επεκτεινόταν, αυτές οι δύο παρατάξεις εμφανίστηκαν επίσης στους εργάτες και στις μάζες, κάνοντας περισσότερο ορατή τη διαίρεση στην κινεζική κοινωνία της δεκαετίας του 1960.
Οι «επαναστάτες» είχαν τον Μάο και τη σύζυγό του ως υποστηρικτές τους, ενώ οι «βασιλόφρονες» τον Λιου Σάο Σι. Με το απόλυτο πλεονέκτημα στον έλεγχο του Κόμματος, ο Μάο καταδίκασε τον Λιου ως «προδότη» και ο τελευταίος πέθανε από βασανιστήρια το 1969. Ο επόμενος διάδοχος του Μάο ήταν ο Λιν Πιάο από τον στρατό. Η φατρία της Τζιανγκ Τσινγκ έχασε σε αυτόν τον γύρο, για δύο λόγους: πρώτον, ο Μάο ανησυχούσε για την αναρχική τάση των οπαδών της Τζιανγκ, και δεύτερον, χρειαζόταν τη βοήθεια της συζύγου του στην Πολιτιστική Επανάσταση, αλλά ποτέ δεν σκόπευε να δημιουργήσει μια αυτοκράτειρα στην Κίνα.
Από το 1967 μέχρι το 1969, η πάλη για την εξουσία μεταξύ του Λιν Πιάο και της Τζιανγκ Τσινγκ οξυνόταν και στο επίπεδο των μαζών. Τον Ιανουάριο του 1967, ο Μάο κάλεσε τους «επαναστάτες» να καταλάβουν την εξουσία σε όλα τα κυβερνητικά όργανα και επομένως να οργανωθούν οι καινούργιες αρχές από τρεις δυνάμεις: τις μάζες, τον στρατό και τα «καλά» στελέχη. Οι λεγόμενες «μάζες», στην ουσία οι «επαναστάτες», πάλευαν να μονοπωλήσουν την εξουσία. Ο στρατός και τα στελέχη σχημάτισαν μια συμμαχία να αντεπιτεθούν. Ενας εμφύλιος πόλεμος ξεκίνησε. Σε ένα επεισόδιο στην πόλη Βουχάν, 184.000 σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν. Τον Αύγουστο του 1967, όταν οι «επαναστάτες» κατέλαβαν τα γραφεία της βρετανικής διπλωματικής αποστολής, ο Μάο συνειδητοποίησε ότι οι ερυθροφρουροί είχαν ξεπεράσει τα όρια. Προσπάθησε στα επόμενα δύο χρόνια να τους περιορίσει και τελικά έδωσε εντολή να εξοριστούν μαθητές και φοιτητές (ανάμεσα στους οποίους και όλοι οι ερυθροφρουροί) στις επαρχίες μια για πάντα. Συνολικά, 160.000 νέοι αναγκάστηκαν να αφήσουν τα σπίτια τους. Ετσι τον Απρίλιο του 1969, η ταραγμένη εποχή των ερυθροφρουρών τελείωσε και η φατρία της Τζιανγκ Τσινγκ αποδυναμώθηκε. Με τη βοήθεια του στρατού του Λιν Πιάο, ο Μάο αποκατέστησε σε κάποιο βαθμό την τάξη.

Η πάλη για την εξουσία και το τέλος του ιδεαλισμού
Το καλοκαίρι του 1970, η ανυπομονησία του Λιν Πιάο για να γίνει το νούμερο ένα της Κίνας ήταν τόσο προφανής που προκάλεσε την αντιπάθεια του Μάο. Ο ανήσυχος Λιν Πιάο προγραμμάτιζε να δολοφονήσει τον Μάο στις 12 Σεπτεμβρίου του 1971, σε ένα ταξίδι του τελευταίου στη νότια Κίνα. Η συνωμοσία διέρρευσε και ο Μάο επέζησε. Την ίδια νύχτα, ο Λιν Πιάο διέφυγε με ένα αεροπλάνο που τελικά συνετρίβη στην έρημο της Μογγολίας.
Ο γέροντας πια Μάο έπρεπε να βρει το συντομότερο δυνατόν έναν αξιόπιστο διάδοχο. Μην έχοντας κάποια καλύτερη επιλογή, τον Σεπτέμβριο του 1972 επέλεξε τον Γούανγκ Χονγκ Γούεν, έναν ριζοσπάστη ηγέτη της Σαγκάης, μόλις 36 ετών. Ο Γούανγκ αποδείχθηκε οπαδός της Τζιανγκ Τσινγκ και ο Μάο τελικά τον εγκατάλειψε. Ετσι, την άνοιξη του 1973, ο Μάο επανέφερε τον Ντενγκ Σιαοπίνγκ, ο οποίος είχε καταδικαστεί μαζί με τον Λιου Σάο Σι ως «καπιταλιστής». Το 1974, ο Ντενγκ έγινε ο de facto διαχειριστής της χώρας, τονίζοντας την ανάγκη για οικονομική επανόρθωση παρά την ταξική πάλη. Σύντομα ο Μάο κατάλαβε ότι ο Ντενγκ ήταν επικίνδυνος ρεβιζιονιστής και τον καταδίκασε ξανά. Τον Απρίλιο του 1976 ο Μάο επέλεξε για πέμπτη φορά τον διάδοχό του. Αυτή την φορά ήταν ο Χούα Γκούο Φενγκ, που είχε παραμείνει ουδέτερος στην πάλη της εξουσίας. Πέντε μήνες μετά, στις 9 Σεπτεμβρίου, ο Μάο, 83 χρόνων, πέθανε.
Αντιμετωπίζοντας την επιθετική φατρία της Τζιανγκ Τσινγκ, ο Χούα Γκούο Φενγκ στράφηκε προς τους βετεράνους για βοήθεια. Στις 6 Οκτωβρίου, σε ένα αναίμακτο πραξικόπημα, η συμμαχία του Χούα Γκούο Φενγκ και των βετεράνων συνέλαβε τα κύρια μέρη της φατρίας της Τζιανγκ Τσινγκ. Η Πολιτιστική Επανάσταση τελείωσε.
Μαζί τελείωσε και ο κομμουνιστικός ιδεαλισμός των Κινέζων. Οπως επιθυμούσε ο Μάο, η Πολιτιστική Επανάσταση σκότωσε την παλιά ψυχή της Κίνας: η κοινωνική ιεραρχία ανατρεπόταν, η παράδοση εγκαταλειπόταν και η ηθική ποδοπατούνταν. Το επαναστατικό πνεύμα σίγουρα είχε κάτι λάθος: εκατό εκατομμύρια Κινέζοι διώκονταν άδικα, η φιλοδοξία και τα εγκλήματα των ανώτερων ηγετών προκάλεσαν κρίση στην πίστη του λαού. Τελικά, η Πολιτιστική Επανάσταση άφησε την κινέζικη ψυχή άδεια. Και αυτό το κενό, θα το γέμιζε ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ με τον υλισμό, αφού επιτυχώς έδιωξε τον Χούα Γκούο Φενγκ και έγινε ο ισχυρός άνδρας της Κίνας το 1980. Η μεγαλύτερη ανησυχία του Μάο πραγματοποιήθηκε: ο καπιταλισμός ορθώθηκε στην Κίνα μετά τον θάνατό του.

* Η κ. Κατερίνα Γιουέ Γου είναι διδάκτωρ του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.


(η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στην εφ. Η Καθημερινή, 12.02.2017 )