του Peter Thal Larsen/ Reuters Breakingviews
Τα καθησυχαστικά στοιχεία για την ανάπτυξη, που παρουσίασε χθες η Κίνα, δεν πρόκειται να καλμάρουν τους νευρικούς επενδυτές. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που παρουσίασε η κινεζική κυβέρνηση, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη αναπτύχθηκε με ρυθμό 6,9% τη χρονιά που πέρασε, δηλαδή ακριβώς όσο είχε προβλεφθεί. Το γεγονός αυτό έρχεται σε έντονη αντίθεση με την παγκόσμια υποχώρηση των αγορών που προκλήθηκε από την Κίνα. Παράλληλα, τα επίσημα στατιστικά στοιχεία δεν θα κάμψουν την ανησυχία των επενδυτών σχετικά με την υποτίμηση του γουάν και με το διαρκώς διογκούμενο χρέος της χώρας.
Τα επίσημα στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό της κυβέρνησης ότι η Κίνα διέρχεται μια φάση συνεχούς αλλά διαχειρίσιμης οικονομικής επιβράδυνσης. Τη στιγμή που στερεύουν οι παραδοσιακές πηγές ανάπτυξης, δηλαδή η μεταποίηση και οι επενδύσεις, καλύπτουν το κενό οι Κινέζοι καταναλωτές: τα δύο τρίτα του ρυθμού ανάπτυξης που είχε πέρυσι η κινεζική οικονομία προήλθαν από την κατανάλωση. Για πολλούς οι εν λόγω αριθμοί απλώς αποτελούν ακόμη έναν λόγο ώστε να ανησυχούν για τα επίσημα κινεζικά στατιστικά στοιχεία. Αλλα διαθέσιμα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η επιβράδυνση της Κίνας είναι πολύ πιο έντονη. Για παράδειγμα, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκε πέρυσι για πρώτη φορά από το 1968.
Ωστόσο εδώ και χρόνια εκφράζονται αμφιβολίες σχετικά με τα κινεζικά στατιστικά στοιχεία. Τίποτε δεν άλλαξε φέτος. Πιθανότερος υπαίτιος για το ξεπούλημα που έχει σημειωθεί στις παγκόσμιες αγορές είναι η υποτίμηση του γουάν αλλά και ο φόβος ότι αυτή η υποτίμηση θα συνεχιστεί και στο μέλλον. Παρόλο που Κινέζοι αξιωματούχοι επιμένουν πως η αξία του γουάν θα παραμείνει γενικά σταθερή έναντι δέσμης σημαντικών ξένων νομισμάτων, οι διαβεβαιώσεις τους έρχονται σε αντίθεση με το γεγονός ότι Κινέζοι επενδυτές προσπαθούν να βγάλουν χρήματα έξω από τη χώρα. Περαιτέρω υποτίμηση του γουάν, εξέλιξη που θα προκαλούσε προβλήματα και σε άλλες αναπτυσσόμενες οικονομίες, θα έπληττε την ανάπτυξη της οικονομίας τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στην Ιαπωνία, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας Oxford Economics.
Εν τω μεταξύ, οι επενδυτές αρχίζουν να ανησυχούν όλο και πιο πολύ για το κατά πόσο οι Κινέζοι αξιωματούχοι ελέγχουν όντως το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας. Η συγκεκριμένη ανησυχία έχει σημασία καθώς οι Κινέζοι αρχίζουν να αντιμετωπίζουν το βασικό πρόβλημα που είναι ο διαρκώς αυξανόμενος όγκος του χρέους της χώρας. Παρά τις διαβεβαιώσεις ότι έχει ξεκινήσει η διαδικασία απομόχλευσης (δηλαδή μείωσής του), το χρέος της χώρας αυξήθηκε πέρυσι κατά περισσότερο από 12% του ΑΕΠ, σύμφωνα με στοιχεία της γαλλικής τράπεζας BNP-Paribas. Δηλαδή το χρέος των Κινέζων αυξήθηκε με ρυθμό πολύ γρηγορότερο από αυτόν με τον οποίον αυξήθηκε το ονομαστικό κινεζικό ΑΕΠ.
Το ελεγχόμενο από το κράτος, και σχετικά κλειστό, κινεζικό χρηματοπιστωτικό σύστημα κανονικά παρέχει στους πολιτικούς μεγάλο περιθώριο ώστε να αποτρέψουν μια άτακτη κατάρρευση του χρέους. Ωστόσο οι αποτυχημένες τους προσπάθειες να ενισχύσουν τα χρηματιστήρια της Σαγκάης και της Σενζέν –αποτυχία που δεν έχει σοβαρή επίπτωση συνολικά στην κινεζική οικονομία– έχουν υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών προς τους Κινέζους γραφειοκράτες.
Αυτή την εμπιστοσύνη, που απολέσθη, δεν μπορούν να την αποκαταστήσουν τα υποτιθέμενα καθησυχαστικά στοιχεία για την κινεζική οικονομία.
(η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στην εφ. Η Καθημερινή 20.01.2016)