AΠΕ-ΜΠΕ
«Η Κίνα θέλει να αγοράσει την Ευρώπη» αναφέρεται στον τίτλο άρθρου του Λεονίντ Μπερσίντσκι στο αμερικανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, επισημαίνοντας «τον κίνδυνο που προκύπτει από τις αυξανόμενες επενδύσεις της Κίνας στην Ευρώπη, που δεν είναι λιγότερο επικίνδυνες από εκείνες της Ρωσίας», όπως επισημαίνει, με αφορμή «το πρόσφατο ενδιαφέρον της Κίνας για την αγορά ενός οικοδομικού συμπλέγματος στο Βερολίνο και της βιομηχανίας ελαστικών Pirelli στην Ιταλία».
 Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, «έως το 2011, η Κίνα ήταν αποδέκτης ευρωπαϊκών επενδύσεων, αλλά η κρίση χρέους έριξε τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων. Ορισμένες κυβερνήσεις προέβησαν απεγνωσμένα σε ιδιωτικοποιήσεις, ενώ μεγάλοι όμιλοι έγιναν λιγότερο επιλεκτικοί στην επιλογή επενδυτών. Κινέζοι επενδυτές απέκτησαν τη Volvo στη Σουηδία, μεγάλο μέρος της Peugeot Citroën και τον οίκο Sonya Rykiel στη Γαλλία, το Λιμάνι του Πειραιά στην Ελλάδα, την αλυσίδα Pizza Express και διάφορους οίκους μόδας στο Ηνωμένο Βασίλειο».  
Στη συνέχεια, επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι «όταν ωστόσο, παλιές ευρωπαϊκές εταιρείες πέφτουν στα χέρια κινεζικών κρατικών εταιρειών, το θέμα μετατρέπεται και σε γεωπολιτικό. Οι ευρωπαϊκές χώρες δηλαδή εκχωρούν μέρος της κληρονομιάς τους στην κινεζική κυβέρνηση, διευρύνοντας την παγκόσμια επιρροή της. Το άνοιγμα στις κινεζικές κρατικές επενδύσεις σημαίνει επίσης στήριξη ενός καθεστώτος το οποίο δεν είναι αναγκαστικά φιλικό προς την Ευρώπη και δεν μοιράζεται τις ίδιες αξίες. Δεν είναι επίσης καλύτερο από το να ανοίξουν οι ευρωπαϊκές αγορές στις ρωσικές κρατικές εταιρείες όπως την Rosneft και την Gazprom, οι οποίες θα αγόραζαν τα πάντα με μόνο σκοπό να ενισχύσουν την διαπραγματευτική δύναμη της Μόσχας στην ΕΕ».
Τέλος, στο άρθρο διατυπώνεται επίσης η άποψη ότι «η Ευρώπη χρειάζεται μια συνεκτική πολιτική για να διαχειριστεί τις ξένες άμεσες επενδύσεις, θέτοντας σαφείς οδηγίες για το τι είναι επιτρεπτό, ποιοι επενδυτές είναι ευπρόσδεκτοι και ποιοι δεν είναι. Γιατί να μην ζητήσει από τις κρατικές εταιρείες να επενδύουν μόνο σε σχέδια πράσινης ανάπτυξης; Θα είχε επίσης νόημα να απαιτηθεί από τις ξένες κρατικές εταιρείες να συνεργάζονται με τοπικούς εταίρους και να αποκτούν μόνο μειοψηφικές συμμετοχές στις ευρωπαϊκές εταιρείες. Στην Κίνα βέβαια ακόμη και οι ιδιωτικές εταιρείες μπορούν να χειραγωγούνται από την κυβερνητική πολιτική. Αποτελούν ωστόσο παράγοντες της αγοράς και γι' αυτό θα πρέπει να διέπονται από τους ίδιους κανόνες».

(δημοσιεύθηκε στο kathimerini.gr, 24.03.2015 )