Στρατηγικός στόχος του Πεκίνου, η αντίδραση των ΗΠΑ και η ιαπωνική αμηχανία

του David E. Sanger /The New York Times

Σε μια εποχή όπου η κυβέρνηση Ομπάμα εστιάζει την προσοχή της σε νέου τύπου συγκρούσεις, όπου οι πόλεμοι στο Διαδίκτυο και τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη παίζουν πρωταγωνιστικούς ρόλους, η επικίνδυνη αντιπαράθεση για μια σειρά ακατοίκητων βραχονησίδων στη Θάλασσα Ανατολικής Κίνας μοιάζει με οπισθοδρόμηση στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
Ξαφνικά, η ναυτική δύναμη και οι περιπολίες μαχητικών αεροσκαφών αναδύονται στη λανθάνουσα αντιπαράθεση μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου. Η κυβέρνηση Ομπάμα φοβάται ότι η εν λόγω αντιπαράθεση μπορεί να κλιμακωθεί, εκτροχιάζοντας το σύνθετο στρατηγικό της σχέδιο να διαχειριστεί την άνοδο της Κίνας χωρίς να φαίνεται ότι την εμποδίζει. Οπως στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, μια εντοπισμένη εδαφική διαμάχη εμφανίζεται ως η αφορμή, αλλά όχι η πραγματική αιτία σε μια ευρύτερη αναμέτρηση για τον έλεγχο μιας τεράστιας γεωγραφικής ζώνης.
Καθώς οι Κινέζοι εμφανίζονται ολοένα και περισσότερο αποφασιστικοί στις εδαφικές τους διεκδικήσεις για βραχονησίδες, οι σύμμαχοι των ΗΠΑ συγκεντρώνουν και αυτοί μεγαλύτερες στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή, μετατρέποντας μια αρχικά μικρής κλίμακας διένεξη σε ευρύτερη αναμέτρηση ισχύος μεγάλης συμβολικής σημασίας.
Ανήσυχη για την αυξανόμενη ισχύ της γειτονικής Κίνας, η Νότια Κορέα κατασκευάζει νέα ναυτική βάση για 20 πολεμικά πλοία, συμπεριλαμβανομένων υποβρυχίων. Από την πλευρά τους οι Γιαπωνέζοι, οι οποίοι παραδοσιακά στηρίζονταν στις αμερικανικές βάσεις της Οκινάουα για τις περιορισμένες περιπολίες τους στην περιοχή, σχεδιάζουν να κατασκευάσουν μια νέα στρατιωτική βάση σε ακατοίκητη νήσο, κοντά στις διαφιλονικούμενες βραχονησίδες, μέχρι το 2016. Προβλέπεται επίσης να αναπτύξουν περισσότερα F-15 και κατασκοπευτικά αεροσκάφη στην Οκινάουα, ένα πλοίο μεταφοράς ελικοπτέρων και μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Καθώς ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν πραγματοποιούσε, αυτή την εβδομάδα, περιοδεία σε Τόκιο, Πεκίνο και Σεούλ, το μήνυμα της κυβέρνησης Ομπάμα ήταν ότι όλες οι πλευρές οφείλουν να χαμηλώσουν τους τόνους και να αποφύγουν τις εθνικιστικές κορώνες, προκειμένου να μην επιδεινώσουν μια ήδη τεταμένη κατάσταση. Το τελευταίο διάστημα, τόσο η Κίνα όσο και η Ιαπωνία δημιούργησαν Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας, κάτι που σχετίζεται και με την εδραίωση των δύο νέων ηγετών, του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ και του Ιάπωνα πρωθυπουργού Σίνζο Αμπε, στο εσωτερικό των χωρών τους.
Ενας από τους κορυφαίους συμβούλους εθνικής ασφαλείας του Μπαράκ Ομπάμα, μιλώντας με την προϋπόθεση της ανωνυμίας, περιέγραφε ως εξής την κατάσταση που διαμορφώνεται: «Είναι μάλλον σαφές ότι δεν πρόκειται μόνο για τις βραχονησίδες. Κυρίως, η διένεξη αφορά την επιθυμία ορισμένων στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένης της ηγεσίας του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, ενδεχομένως και της νέας πολιτικής ηγεσίας, να επιδείξουν ισχύ, με τρόπο που μέχρι πρόσφατα δεν τους επέτρεπαν οι στρατιωτικές δυνατότητες της χώρας».
Τον Ιανουάριο του 2011, ο τότε υπουργός Αμυνας Ρόμπερτ Γκέιτς εκτιμούσε πως ο μακροπρόθεσμος στόχος των Κινέζων είναι να εκτοπίσουν τις ΗΠΑ σε μια «δεύτερη νησιωτική αλυσίδα», πιο μακριά από τις κινεζικές ακτές. Αν και σήμερα η κυβέρνηση Ομπάμα δεν μιλάει δημοσίως με αυτούς τους όρους, η ίδια εκτίμηση επανέρχεται. Η άμεση απάντηση Ομπάμα στη μονομερή ανακήρυξη ζώνης εναέριου ελέγχου από το Πεκίνο ήταν να στείλει στην περιοχή δύο Β-52. Μακροπρόθεσμα, όμως, ο Λευκός Οίκος θα πρέπει να πείσει ότι είναι αποφασισμένος να διατηρήσει τον ρόλο των ΗΠΑ ως εγγυητριών της ασφάλειας στον Ειρηνικό.

(η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στην εφ.  H KAΘHMEPINH , 08-12-2013)