του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
Οι Ευρωπαίοι στοχαστές ανακάλυψαν την Κίνα στον «Αιώνα των Φώτων» και έμειναν με το στόμα ανοιχτό. «Οι Κινέζοι υπερέχουν από όλα τα έθνη του κόσμου», διαπίστωνε ο Βολταίρος. Σε ένα διάσημο σκίτσο του Τζέιμς Γκίλρεϊ εικονίζεται ο λόρδος Μακάρτνι, πρώτος πρεσβευτής της Βρετανίας στο «Μέσο Βασίλειο», να γονατίζει υποβάλλοντας τα διαπιστευτήριά του στον Κινέζο αυτοκράτορα, το 1794. Μέχρι το 1860, οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν στα επίσημα έγγραφα τον ίδιο χαρακτήρα για τις λέξεις «ξένος» και «βάρβαρος».
Εκτοτε, ο κόσμος άλλαξε ριζικά όψη και η Κίνα έπεσε πολύ χαμηλά προτού ξανασταθεί, έπειτα από αφάνταστες περιπέτειες, στα πόδια της. Ωστόσο, ο αρθρογράφος των Financial Times Γκίντιον Ράχμαν, ο οποίος συμμετείχε σε συνάντηση του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ με διεθνείς προσωπικότητες, διέκρινε μακρινές ομοιότητες με την εποχή που απαθανάτισε ο Γκίλρεϊ:
«Ο πρόεδρος καθόταν σε μια πολυθρόνα, στη σπηλαιώδη αίθουσα του Μεγάλου Μέγαρου του Λαού, με μια τεράστια τοιχογραφία του Σινικού Τείχους πίσω του. Διατεταγμένοι σε ημικύκλιο, απέναντί του, κάθονταν πρώην πρόεδροι και πρωθυπουργοί άλλων εθνών, συμπεριλαμβανομένων των Γκόρντον Μπράουν και Μάριο Μόντι. Πίσω από αυτούς, σε ένα δεύτερο ημικύκλιο, βρίσκονταν Δυτικοί επιχειρηματίες και πνευματικοί άνθρωποι». Ενώπιον αυτού του εκλεκτού ακροατηρίου, ο Σι Τζινπίνγκ ανέπτυξε το «κινεζικό όνειρο» για την «εθνική αναζωογόνηση» μιας χώρας που φιλοδοξεί να αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, ήδη το 2020.
Το διεθνές ενδιαφέρον στράφηκε ξανά στην Κίνα την περασμένη εβδομάδα, με αφορμή την 3η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος, στην οποία συζητήθηκαν «άνευ προηγουμένου» οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Αλλες δύο φορές, μετά τον θάνατο του Μάο Τσετούνγκ, η τρίτη σύνοδος της Κεντρικής Επιτροπής που εκλέχθηκε από κομματικό συνέδριο αποδείχθηκε ορόσημο. Στην 3η Ολομέλεια του 1978, ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ εγκαινίασε το άνοιγμα της σοσιαλιστικής Κίνας στην οικονομία της αγοράς. Περαιτέρω ώθηση προς αυτή την κατεύθυνση έδωσε η 3η Ολομέλεια του 1993, επί ηγεσίας Ζιανγκ Ζεμίν. Ενα χρόνο μετά την ανάδειξή του σε ηγέτη του ΚΚΚ, ο Σι Τζινπίνγκ αισθάνεται αρκετά ισχυρός για να επιχειρήσει το δικό του «Μεγάλο Αλμα».
Ανησυχία στη Δύση
Στον διεθνή Τύπο έγινε πολύς λόγος περί «κόκκινης παλινόρθωσης». Την παραμονή της 3ης Ολομέλειας, η «Λαϊκή Ημερησία» εκθείαζε στο κύριο άρθρο της την κληρονομιά του Μάο Τσετούνγκ, τονίζοντας ότι το κόμμα «οφείλει να υπερασπιστεί τον ηγετικό του ρόλο, απέναντι σε εκείνους που μας προτείνουν να μιμηθούμε το δυτικό σύστημα». Νωρίτερα, το Πολιτικό Γραφείο είχε κηρύξει εκστρατεία «επανεκπαίδευσης» των κομματικών στελεχών, παραπέμποντας στη «διορθωτική» καμπάνια του Μάο τη δεκαετία του ’40. Ο ίδιος ο Σι Τζινπίνγκ διακήρυξε ότι «το κόκκινο έθνος μας δεν θα αλλάξει ποτέ χρώμα», ενώ μυστική ντιρεκτίβα του Πολιτικού Γραφείου –το λεγόμενο «ντοκουμέντο υπ’ αριθμόν 9»– κήρυξε πόλεμο εναντίον των «ανατρεπτικών ρευμάτων», που εγκωμιάζουν τη «Δυτική, συνταγματική δημοκρατία» και τις «οικουμενικές αξίες».
Οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν ανησυχία στη Δύση. Ο Σι Τζινπίνγκ εξελέγη ηγέτης του Κ.Κ. Κίνας ως επικεφαλής της «δεξιάς» πτέρυγας, στον αντίποδα της «Νέας Αριστεράς», η οποία έτρεφε πολλές ελπίδες για τον Μπο Σιλάι, μέχρι πρότινος μέλος του Πολιτικού Γραφείου, που βρίσκεται πλέον στη φυλακή έχοντας καταδικασθεί για διαφθορά και κατάχρηση εξουσίας. Η άνοδος του Σι και η πτώση του Μπο είχαν γεννήσει ελπίδες στις δυτικές πρωτεύουσες για μια νέα πορεία φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, τις οποίες η φαινομενική «αριστερή στροφή» του Σι μοιάζει να διαψεύδει. Ωστόσο, τα φαινόμενα μάλλον απατούν. Πιο κοντά στην αλήθεια πρέπει να βρίσκονται εκείνοι οι αναλυτές που εκτιμούν ότι ο Σι Τζινπίνγκ κινείται «αριστερά στην πολιτική, δεξιά στην οικονομία», δηλαδή πασχίζει να θωρακίσει την πολιτική εξουσία του Κ.Κ. προκειμένου να δρομολογήσει φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στην κοινωνική δομή.
Κοινή είναι η εκτίμηση, εντός και εκτός Κίνας, πως το «μοντέλο Ντενγκ» αγγίζει τα όριά του. Επί δύο δεκαετίες, ο ασιατικός γίγαντας απήλαυσε αστρονομικών ρυθμών ανάπτυξη, της τάξεως του 12%, με μια επιθετική πολιτική εξαγωγών, στο έδαφος του χαμηλού κόστους εργασίας. Τη φετινή χρονιά, όμως, η οικονομική μεγέθυνση μειώθηκε στο 7,5%, κάτι που αποτελεί αρνητικό ρεκόρ εικοσαετίας – αν και συνεχίζει να φαντάζει τεράστιο μπροστά στην αναιμική ανάκαμψη των δυτικών οικονομιών. Οι γιγαντιαίες κρατικές επενδύσεις γίνονται ολοένα και λιγότερο αποδοτικές, οι εφεδρείες εργατικού δυναμικού της υπαίθρου περιορίζονται και το δημογραφικό πρόβλημα αποκτά ανησυχητικές διαστάσεις: με δείκτη γονιμότητας μικρότερο του 1,5, η Κίνα τείνει να γεράσει προτού να πλουτίσει.
Αντιμέτωπη με αυτές τις προκλήσεις, η νέα ηγεσία υπό τον Σι Τζινπίγνκ φαίνεται να προσανατολίζεται σε ένα νέο μοντέλο, με λιγότερο πυρετική, αλλά περισσότερο σταθερή ανάπτυξη, περιορισμό των επενδύσεων με ενίσχυση της κατανάλωσης, φιλελευθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος, κατάργηση κρατικών μονοπωλίων και ενίσχυση της τεχνολογικής καινοτομίας. Ωστόσο, η φιλελεύθερη οικονομική πολιτική απειλεί να εντείνει τις κοινωνικές ανισότητες, διευρύνοντας την πολιτική απήχηση των «αριστερών» αιρέσεων. Ηδη, στα τέλη της περασμένης εβδομάδας ανακοινώθηκε η ίδρυση «κόμματος» στο Πεκίνο (βεβαίως, φίλα προσκείμενου στο Κ.Κ. Κίνας) με επίτιμο αρχηγό τον ισοβίτη... Μπο Σιλάι! Υπό αυτό το πρίσμα, η «μαοϊκή» ρητορεία του Σι Τζινπίνγκ μπορεί να μεταφραστεί ως προληπτικό μέτρο κατευνασμού της αριστερής αντιπολίτευσης, η αποτελεσματικότητα του οποίου απομένει να αποδειχθεί.
Ιnfo
- Γουίλ Ντουράντ, «Η ιστορία και ο πολιτισμός της Κίνας», Εκλεκτές Σελίδες, 1956.
- Μαρκ Λέοναρντ, «Τι σκέφτεται η Κίνα», Κριτική, 2008.
- Frederic Bobin, «Good Bye Mao», La Martiniere, 2006.
- Timoth Beardson, «Stumbling Giant», Yale University Press, 2013.
(Δημοσίευση εφ. H KAΘHMEPINH, 17-11-2013)