του Pranab Bardhan /New York Times
Πατάνε φρένο οι οικονομίες των δύο πολυπληθέστερων χωρών του κόσμου. Για την ακρίβεια, η Κίνα αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 7,8% φέτος και η Ινδία κατά 5,6% _ πολύ υψηλότερος ρυθμός από το 2% της Ιαπωνίας, το 1,7% των ΗΠΑ και την συρρίκνωση (-0,6%) της ευρωζώνης. Αλλά πουθενά στον ορίζοντα δεν διαφαίνεται η ιλλιγγιώδης ανάπτυξη άνω του 10% που η Κίνα και η Ινδία εμφάνισαν το 2010.
Για τα 2,5 δισεκατομμύρια των κατοίκων τους, οι συνέπειες είναι τραγικές: στην Ινδία, λιγότερα χρήματα για να ενισχυθεί το υποτυπώδες δίχτυ κοινωνικής ασφαλείας και στην Κίνα, πιθανή πολιτική αστάθεια.
Ας ξεκινήσουμε από την Κίνα, την μεγαλύτερη από τις δυο οικονομίες, η οποία έχει σχεδόν εξαντλήσει τις δυνατότητες κάλυψης της τεχνολογικής διαφοράς της από τη Δύση, ιδίως στη βιομηχανία. Για να αυξήσει την αξία της, και να γίνει ισχυρή στην προηγμένη βιομηχανία όπως η Γερμανία, η Κίνα πρέπει να προχωρήσει πέρα από τις αντιγραφές προς την αυθεντική καινοτομία η οποία μπορεί να προέλθει μόνο μέσω έρευνας και ανάπτυξης.
Η Κίνα έχει συγκεντρώσει τεράστια αποθέματα συναλλάγματος, εν μέρει κρατώντας χαμηλά την αξία του νομίσματός της. Σήμερα πρέπει να επανισορροπήσει την οικονομία της μακριά από τον κατασκευαστικό τομέα και την κερδοσκοπία και προς την ιδιωτική κατανάλωση και την βελτίωση των συντάξεων, της υγειονομικής περίθαλψης και άλλων μορφών κοινωνικής προστασίας. Ο καπιταλισμός των ημετέρων έχει διοχετεύσει κεφάλαια προς «υπερβολικά μεγάλες για να αποτύχουν» κρατικές εταιρείες που διοικούνται από πιστά μέλη του κόμματος, στερώντας τα από δυναμικές μικρές ιδιωτικές εταιρείες.
Στην Ινδία, η σύμπραξη ανάμεσα στους ινδούς δισεκατομμυριούχους και τους πολιτικούς, αν και κάνει θραύση, είναι ελαφρώς λιγότερο άμεση και υπόκειται περισσότερο στον έλεγχο των πολιτικών και των ΜΜΕ. Στην Κίνα, η σύμπραξη ανάμεσα στους αξιωματούχους του κόμματος και τα εμπορικά συμφέροντα, ιδίως σε τοπικό επίπεδο, έχει προκαλέσει ευρεία λαϊκή οργή.
Ο οικονομολόγος και φιλόσοφος Αμάρτια Σεν υποστήριξε πρόσφατα ότι η Ινδία υπολείπεται της Κίνας διότι δεν έχει επενδύσει αρκετά στην παιδία και την υγεία, οι οποίες βελτιώνουν τις συνθήκες διαβίωσης και την παραγωγικότητα της εργασίας. Ορθώς τονίζει ότι οι ελλειμματικές κοινωνικές υπηρεσίες και η ανισότητα που προκαλείται δεν αποτελούν μόνο ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά και οικονομικής ανάπτυξης, όπως δείχνει η ιστορία του μεγαλύτερου μέρους της ανατολικής Ασίας.
Και στις δυο γιγαντιαίες χώρες διαφαίνεται κάποια ελπίδα. Η Κίνα κάνει σημαντικές προόδους στην ενεργειακά αποδοτική τεχνολογία και στη βελτίωση της περίθαλψης και των συντάξεων. Στην Ινδία, οι ψηφοφόροι αρχίζουν να απαιτούν καλή διακυβέρνηση ενώ εμφανίζονται δυναμικά κοινωνικά κινήματα κατά της αδικίας _ καταπίεση λόγω κάστας, σεξουαλικής βίας και περιβαλλοντικής υποβάθμισης.
Αλλά οι δυο χώρες μοιράζονται ένα ουσιώδες πρόβλημα _ έλλειψη υποχρέωσης λογοδοσίας, κυρίως σε τοπικό επίπεδο _ το οποίο, αν δεν αντιμετωπιστεί, θα καταστήσει αδύνατη την διατήρηση ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης. Στην Ινδία, η δημοκρατία είναι πιο αδύναμη σε επίπεδο χωριού: η συμμετοχή στις εκλογές είναι μεγάλη αλλά οι τοπικές ελίτ συχνά καταλαμβάνουν την τοπική κυβέρνηση αφήνοντας στους γραφειοκράτες ελάχιστη αυτονομία (ή χρήματα) για να πραγματοποιήσουν σημαντικές βελτιώσεις. Στην Κίνα, η έλλειψη λογοδοσίας είναι εθνική και εγγενής στο αυταρχικό σύστημα της χώρας.
Σε βραχυχρόνιο επίπεδο, αναμένω ότι η Κίνα να τα πάει καλύτερα από την Ινδία στη βελτίωση της υλικής κατάστασης του λαού της, πρωτίστως επειδή η Κίνα διαθέτει περισσότερα χρήματα για να αφιερώσει σε προγράμματα αναδιανομής και επειδή οι υποδομές της και η διοικητική της ικανότητα είναι ελαφρώς καλύτερα. Σε μέσο επίπεδο, αναμένω ότι ο ρυθμός ανάπτυξης των δύο χωρών θα συγκλίνει στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον καθώς η Ινδία θα δρέψει τα πλεονεκτήματα του ότι διαθέτει νεότερο πληθυσμό. Αλλά σε μακροχρόνιο επίπεδο, το ποια χώρα θα τα πάει καλύτερα θα εξαρτηθεί από την πολιτική μεταρρύθμιση, ή την έλλειψη αυτής.
*Ο κ. Pranab Bardham είναι καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ
(Η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στο tovima.gr 16/07/2013)