Η ειρηνική συνύπαρξη της σημερινής και της μελλοντικής υπερδύναμης
του Graham T. Allison/ The New York Times
Λίγο πριν από τη συνάντηση του Αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα και του Κινέζου ομολόγου του, Σι Τζινπίνγκ στην Καλιφόρνια, τα επιτελεία των συνεργατών των δύο προέδρων είχαν ετοιμάσει τον κατάλογο των ζητημάτων που επρόκειτο να συζητηθούν. Μεταξύ αυτών, ήταν οι επιθέσεις στο Διαδίκτυο, καθώς οι κυβερνοεπιθέσεις και η κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας αμερικανικών εταιρειών από τους Κινέζους έχουν λάβει μεγάλες διαστάσεις. Το ζήτημα της Βορείου Κορέας ήταν επίσης ψηλά στη ατζέντα των συνομιλιών των δύο ηγετών. Ο Σι επέκρινε τη στάση του Κιμ Γιονγκ Ουν, ηγέτη της Βορείου Κορέας ως προς τα πυρηνικά, επιδεικνύοντας προθυμία για ενίσχυση των κυρώσεων κατά του καθεστώτος της Πιονγιάνγκ. Ωστόσο, η Κίνα και οι ΗΠΑ εξακολουθούν να βλέπουν με διαφορετικό τρόπο το μέλλον της Κορεατικής χερσονήσου. Οι εντάσεις στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας και η αντιπαράθεση της Κίνας με την Ιαπωνία στην συγκεκριμένη περιοχή, συμπεριελήφθησαν στις σινοαμερικανικές συνομιλίες όπως επίσης και οι οικονομικές σχέσεις μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων. Ας ελπίσουμε ότι με την ολοκλήρωση της επίσκεψης του Κινέζου προέδρου στις ΗΠΑ, οι δύο ηγέτες θα έχουν αρθεί τελικά στο ύψος τους και θα αντιμετωπίσουν τη μεγαλύτερη πρόκληση που έχουν μπροστά τους τα δύο μεγαλύτερα έθνη του κόσμου. Από το 1500 και μετά, σε 11 από τις 15 περιπτώσεις στις οποίες μια ανερχόμενη δύναμη ξεπέρασε μια χώρα που ήταν ήδη υπερδύναμη, το αποτέλεσμα ήταν πόλεμος. Θα μπορέσουν ο Ομπάμα και ο Σι να αψηφήσουν αυτές τις στατιστικές;
Πριν από 2.000 χρόνια, ο Θουκυδίδης, ο Αθηναίος στρατηγός και ιστορικός κατέγραψε με εκπληκτικό τρόπο τα αίτια του Πελοποννησιακού Πολέμου, τα οποία προσδιόρισε όχι με μία αλλά με δύο μεταβλητές. Η φράση του, στην οποία αναφέρει ότι «αυτό που κατέστησε τον πόλεμο αναπόφευκτο, δεν ήταν η άνοδος της Αθήνας αλλά ο φόβος που αυτή ενέπνευσε στη Σπάρτη», έμεινε στην Ιστορία.
Το ζήτημα δεν είναι αν ο πόλεμος μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας είναι αναπόφευκτος. Ας αναλογιστούμε τις ελάχιστες επιτυχείς περιπτώσεις στις οποίες μια ανερχόμενη δύναμη υπερκέρασε μια χώρα που ήταν ήδη υπερδύναμη χωρίς να ξεσπάσει πόλεμος μεταξύ τους: Οι Ηνωμένες Πολιτείες που υπερίσχυσαν της Βρετανίας, αρχής γενομένης από τον 19ο αιώνα. Η αποκαλούμενη προσέγγιση μεταξύ των δύο χωρών, προήλθε μετά από μια μακρά περίοδο δυσπιστίας και εχθρότητας, η οποία μοιάζει αντίθετη με τη σύγχρονη αντίληψη για τις ομοιότητες μεταξύ τους και τα κοινά τους συμφέροντα.
Σήμερα θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η εκπληκτική άνοδος της Κίνας και η σύγχυση που αυτή αναπόφευκτα προκαλεί στην Αμερική (η οποία θεωρεί τον εαυτό της ότι είναι η υπ’ αριθμόν 1 υπερδύναμη), αποτελεί ιστορική πρόκληση. Υπό τέτοιες συνθήκες, η άσκηση ηγεσίας με το συνήθη τρόπο σε συνδυασμό με το συνήθη τρόπο του επιχειρείν και τη συνήθη γραφειοκρατία, έχουν ως τυπικό αποτέλεσμα την πρόκληση πολέμου. Η αποτροπή του πολέμου απαιτεί υπεράνθρωπες προσπάθειες από τους ηγέτες αμφοτέρων των χωρών -όχι απλώς τη σύγκληση μιας συνόδου κορυφής- προσπάθειες που θα πρέπει να επεκταθούν σε μια ολόκληρη γενιά.
Το αντιλαμβάνονται άραγε αυτό οι πρόεδροι Ομπάμα και Σι; Αντιλαμβάνονται ότι η επιτυχής διαχείριση των σχέσεων μεταξύ της μοναδικής σήμερα υπερδύναμης, και της μελλοντικής υπερδύναμης, δεν είναι απλώς η επίλυση ζητημάτων το ένα κατόπιν του άλλου αλλά μια πρόκληση, διαστάσεων αναλόγων με αυτές που περιγράφει ο Θουκυδίδης; Υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι η απάντηση στο ερώτημα είναι θετική. Οι ηγέτες της Κίνας έχουν μελετήσει την ιστορία των ανερχόμενων δυνάμεων. Απόδειξη ότι πριν από μια δεκαετία, μια μελέτη του Πολιτικού Γραφείου του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος είχε ως αντικείμενο την «Ιστορική Ερευνα της Ανάπτυξης των Παγκόσμιων Δυνάμεων από τον 15ο αιώνα και εντεύθεν».
Οταν επισκέφθηκε τις ΗΠΑ, τον περασμένο χρόνο, λίγο πριν αναλάβει τα ηνία της Κίνας, ο Σι απηύθυνε έκκληση για «ένα νέο είδος σχέσεων μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων». Τόσο ο Σι όσο και ο Ομπάμα έχουν την ευκαιρία και την ευθύνη να καταστήσουν αυτή τη δήλωση, πραγματικότητα.
Προς συμφωνία για τον κυβερνοχώρο
Τα πιο ακανθώδη ζητήματα των διμερών σχέσεων ΗΠΑ - Κίνας προσέγγισαν την Παρασκευή και χθες, κατά την άτυπη διάσκεψη κορυφής, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα και ο Κινέζος ομόλογός του Σι Τζινπίνγκ. Οι δύο ηγέτες των ισχυρότερων χωρών του κόσμου συναντήθηκαν στο «Ράντσο Μιράζ» της Καλιφόρνιας. Υστερα από συνομιλίες διάρκειας περίπου δύο ωρών, σε πολύ καλό κλίμα, οι κ. Ομπάμα και Σι συμφώνησαν για την ανάγκη στενής συνεργασίας προκειμένου να θωρακιστεί η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, ένα θέμα που το τελευταίο διάστημα προκαλεί διαρκείς εντάσεις μεταξύ των δύο χωρών. Η Ουάσιγκτον έχει επανειλημμένως κατηγορήσει την Κίνα ότι πραγματοποιεί κυβερνοεπιθέσεις εναντίον αμερικανικών στόχων. Οι δύο ηγέτες, επίσης, συζήτησαν για το θέμα των πυρηνικών της Βόρειας Κορέας και τον σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο πρόεδρος Ομπάμα δήλωσε ότι οι δύο ηγέτιδες χώρες θα πρέπει να επιτύχουν μια ιδιαίτερα ευαίσθητη ισορροπία ανάμεσα στον ανταγωνισμό και τη συνεργασία προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις οποιεσδήποτε προκλήσεις και αναφέρθηκε επαινετικά στην «ειρηνική άνοδο» της Κίνας. Αυτή ήταν η πρώτη επίσκεψη του προέδρου Σι στις ΗΠΑ μετά την ανάληψη των καθηκόντων του. Ο Κινέζος ηγέτης προσκάλεσε τον κ. Ομπάμα να επισκεφθεί την Κίνα.
(η ελληνική μετάφραση δημοσιεύθηκε στην εφ. H KAΘHMEPINH 09-06-13)