O Μο Γεν/ Mo Yan ( 莫言) γεννήθηκε το 1955 στην επαρχία Σαντόνγκ/ Shandong  της βορειοανατολικής Κίνας από μια φτωχή οικογένεια. Το πραγματικό του όνομα είναι Γκουάν Μογιέ/ Guan Moye (管谟业). 
Δωδεκάχρονος, κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης, παράτησε το σχολείο για να εργαστεί, αρχικά στον αγροτικό τομέα και μετά σε εργοστάσιο. Το 1976 εντάχθηκε στο Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό και κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου ξεκίνησε να μελετά την λογοτεχνία και να γράφει.
Το 1984 ξεκίνησε να διδάσκει λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού.
Το 1981 δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα "Βροχή που πέφτει μια ανοιξιάτικη νύχτα".
Ακολούθησε το βιβλίο του "Κόκκινο Σόργο"/ Χονγκ Γκαολιάνγκ Τζιαζού  (1987), που του δημιουργεί προβλήματα με τη λογοκρισία και το οποίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Zhang Yimou / Ζανγκ Γιμού.
Στα έργα του, ο Μο Γιαν παίρνει στοιχεία από τις νεανικές του εμπειρίες και τοποθετεί τις ιστορίες του στην επαρχία όπου γεννήθηκε. Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα στο μυθιστόρημά του "Κόκκινο Σόργο"/ Χονγκ Γκαολιάνγκ Τζιαζού (1987, στα Αγγλικά μεταφράστηκε ως Red Sorghum το 1993). Το βιβλίο αποτελείται από 5 ιστορίες που ξετυλίγονται και διαπλέκονται στο Γκαομί –τόπο όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε- κατά τη διάρκεια μερικών ταραγμένων δεκαετιών του 20ου αιώνα, με αναφορές στις ιστορίες των ληστών, στην ιαπωνική κατοχή και στις άσχημες συνθήκες που υπέμεναν οι φτωχοί εργάτες στα αγροκτήματα, σύμφωνα με την βιογραφία.
Το επόμενο μυθιστόρημά του "Oι μπαλάντες του σκόρδου" (1988) απαγορεύτηκε, γεγονός που οδήγησε τον Γιαν να παραιτηθεί από το στρατό.
Με φόντο την επαρχία της διεφθαρμένης σύγχρονης Κίνας, "Oι μπαλάντες του σκόρδου" ισορροπούν ανάμεσα στο δράμα και σε μια κωμωδία τόσο μαύρη, που παύει να είναι κωμωδία. Oι πρωταγωνιστές είναι απλοί χωρικοί, έρμαια μιας βίας που τους σαρώνει και που, στην κινεζική κοινωνία, όπως την περιγράφει το βιβλίο, διαπερνά κάθε σχέση - του κράτους με τον πολίτη, του χωρικού με το συγχωριανό του, του πατέρα με την κόρη, του αδελφού με την αδελφή. Παραληρηματικές σκηνές που εναλλάσσονται με ειδυλλιακές εικόνες φύσης, μια επιμονή στα δεινά του σώματος, και περιστατικά όπως εκείνα στη φυλακή και στο σταθμό των λεωφορείων, που θυμίζουν θέατρο του παραλόγου, χαρακτηρίζουν αυτό το σημαντικό μυθιστόρημα του Μο Γιαν, το οποίο απαγορεύτηκε στην Κίνα ύστερα από τα αιματηρά γεγονότα στην πλατεία Τιεναμέν.
Έγραψε επίσης τα βιβλία του "Η δημοκρατία του κρασιού" (2001) –μια σάτιρα για το φαγητό και το αλκόολ- και "Μεγάλα στήθη και φαρδιές περιφέρειες" (2003) –που εστιάζει στο γυναικείο σώμα- που είχαν επίσης προβλήματα με τη λογοκρισία.
Το μυθιστόρημα «Βάτραχοι» που κυκλοφόρησε το 2009, ο Μο Γιαν ρίχνει μια πικρή ματιά στην πολιτική του ενός παιδιού στη χώρα του και την εφαρμογή της από τις κινεζικές αρχές ακόμα και με στειρώσεις και αναγκαστικές αμβλώσεις .
Παρά τις προτάσεις που είχε από τη Δύση, ο Μο Γιαν δεν εγκατέλειψε ποτέ την Κίνα.

Τον Οκτώβριο του 2012 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας..
Όπως ανακοινώθηκε από την Σουηδική Ακαδημία: «Ο Μο Γιαν, συνδέοντας φαντασία και πραγματικότητα, ιστορική και κοινωνική προοπτική, δημιούργησε ένα σύμπαν, το οποίο με την περιπλοκότητά του θυμίζει αυτό συγγραφέων όπως ο Γουίλιαμ Φόκνερ και ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, το οποίο παραμένει ταυτοχρόνως προσηλωμένο στην αρχαία κινεζική λογοτεχνία και τη λαϊκή παράδοση του παραμυθιού».
Εκτός από μυθιστορήματα, ο Μο Γιαν έχει κυκλοφορήσει μεγάλο αριθμό δοκιμίων και διηγημάτων με ποικίλη θεματολογία και «θεωρείται, παρά την κριτική του στάση απέναντι στην κοινωνία, ένας από τους πιο διακεκριμένους συγγραφείς της χώρας του», πρόσθεσε η Ακαδημία.


Σχετικά με το ρόλο του συγγραφέα, ο Μο Γιαν, σε μια ομιλία του, το 2009, στη Διεθνή Έκθεση της Φρανκφούρτης, όταν η Κίνα ήταν τιμώμενη χώρα επισημαίνει: «Ο συγγραφέας πρέπει να εκφράζει την σκοτεινή πλευρά της κοινωνίας και την ασκήμια της ανθρώπινης φύσης αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνεται με ενιαίο τρόπο. Κάποιοι μπορεί να τον θέλουν να φωνάζει στον δρόμο αλλά θα πρέπει να ανέχονται κι αυτούς που κρύβονται στα δωμάτια τους και χρησιμοποιούν τη λογοτεχνία για να εκφράσουν τις απόψεις τους».
Επίσης μιλώντας σε δημοσιογράφους μετά την ανακοίνωση της βράβευσής του δήλωσε: «Επειδή ένας συγγραφέας είναι κομμάτι της κοινωνίας, οι ζωές που περιγράφει περιλαμβάνουν την πολιτική και μια σειρά κοινωνικών προβλημάτων».
Σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα εφημερίδας της ιδιαίτερης πατρίδας του Σαντόνγκ, ο Μο Γιαν δηλώνει: «Ένας συγγραφέας που ενδιαφέρεται για την κοινωνία, προφανώς, πρέπει να είναι επικριτικός».
Αναφερόμενος στη λογοκρισία, ο Μο Γιαν είχε δηλώσει σε συνέντευξη, που είχε δημοσιευθεί πριν από τη βράβευσή του σε λογοτεχνικό περιοδικό, ότι η λογοκρισία μπορεί να φανεί χρήσιμη για έναν συγγραφέα, αφού θα τον οδηγήσει, για να ξεπεράσει τα εμπόδια που θέτει, στην αναζήτηση άλλων  εκφραστικών τρόπων για να μεταφέρει στο χαρτί τις ιδέες του. Μεταξύ αυτών και ο μαγικός ρεαλισμός, που χαρακτηρίζει τη γραφή του Μο Γιαν, όπως και η χρήση ιδιωματισμών της επαρχίας της Κίνας όπου γεννήθηκε ή η παρουσία μεταξύ των ηρώων του, γυναικών με έντονη προσωπικότητα.

(πηγή δημοσιεύματα του ελληνικού, κινέζικου και διεθνούς τύπου)