του Φρανσέσκο Σίσκι/ Francesco Sisci
Πεκίνο: Η οικονομική ανισότητα και οι κοινωνικές διαμαρτυρίες στην Κίνα αποτελούν συχνό θέμα στον Δυτικό Τύπο.
Το εκπληκτικό νούμερο των 74.000 διαδηλώσεων σ’ ολόκληρη την Κίνα το 2004, από τις 58.000 το 2003, δημοσιεύτηκε σε πολλές εφημερίδες, όπως και το 0,45 του δείκτη Τζίνι, που δείχνει πως η οικονομική ανισότητα στην Κίνα έχει ξεπεράσει και αυτή των ΗΠΑ.
Τα παραπάνω μεγέθη επιβεβαιώνονται και από πιο εύκολα προσβάσιμους αριθμούς. To 66% των συνολικών τραπεζικών καταθέσεων ανήκουν στο 10% του πληθυσμού, με το 20% των κινέζων να κατέχουν το 80% των συνολικών καταθέσεων. Οι αγρότες, πλειοψηφία στην Κίνα, βγάζουν κάτω από 300 δολλάρια το χρόνο, ενώ οι κάτοικοι της Σαγκάης πάνω από 4.000. Η περιοχή των κινεζικών ακτών, όπου ζουν κάπου 300 εκατ. άνθρωποι, παράγει περίπου το 70% του ΑΕΠ της χώρας. Έτσι, το 20% του συνολικού πληθυσμού (οι 260 εκατ. άνθρωποι περίπου που ζουν στις ακτές), και το 10% που κατέχει το 66% των συνολικών καταθέσεων, είναι αυτοί που ζουν με ευμάρεια στα ανατολικά, ενώ η υπόλοιπη χώρα έχει μείνει πίσω.Παρ’ όλα αυτά, είναι αποπροσανατολιστικό να συμπεράνουμε ότι τα παραπάνω στοιχεία αποδεικνύουν ότι είναι μετρημένες οι μέρες του κινεζικού θαύματος και ότι θα δώσουν τη θέση τους σ’ έναν εμφύλιο πόλεμο –όπως συνέβη στα 1920.
Είναι σημαντικό να σημειώσουμε πως η κινεζική ηγεσία έχει δώσει το πράσινο φως για τη δημοσίευση αυτών των στοιχείων –και γι’ αυτό τα γνωρίζουμε. Σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν πολύ δύσκολο να αποκτήσουμε πρόσβαση σ’ αυτά. Για ποιο λόγο όμως τα δίνει στη δημοσιότητα;
Το καθεστώς πιστεύει πως μπορεί να θέσει υπό τον έλεγχό του τις διαδηλώσεις και να υπερβεί το χάσμα της φτώχειας. Στην πραγματικότητα, τις περισσότερες φορές η διαχείριση των διαδηλώσεων είναι ειρηνική, καθώς οι αρχές ικανοποιούν τα, κυρίως οικονομικά, αιτήματά τους. Τούτο δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο διαδηλώσεων-παροχών-διαδηλώσεων. Βεβαίως, η ειρηνική κατάληξη δεν είναι πάντοτε εγγυημένη. Συχνά η αστυνομία επιτίθεται, σπάει κάποια κεφάλια και συλλαμβάνει τους διοργανωτές. Στις αρχές του Οκτωβρίου, τα επίσημα ΜΜΕ παραδέχτηκαν ότι από την αρχή της χρονιάς 1.826 αστυνομικοί έχουν τραυματιστεί κι άλλοι 23 έχουν σκοτωθεί, προσπαθώντας να καταστείλουν τις διαδηλώσεις. Σύμφωνα με τα επίσημα νούμερα, δηλαδή, μόνο ένας αστυνομικός τραυματίζεται σε 35 διαδηλώσεις. Άρα, τα στοιχεία δείχνουν ότι το καθεστώς έχει μάθει να διαχειρίζεται διαφορετικά τις διαμαρτυρίες.
Ένας ακόμη λόγος για την προβολή αυτών των στοιχείων είναι ότι το καθεστώς προσπαθεί να εξασφαλίσει τη συναίνεση πάνω στη νέα πολιτική του για την οικοδόμηση μίας «αρμονικής κοινωνίας». Πίσω από το σύνθημα για μια «αρμονική κοινωνία» βρίσκεται η οικονομική προσπάθεια για μία ευρύτερη αναδιανομή του πλούτου, που θα πυροδοτήσει την εγχώρια κατανάλωση, δύο βασικές προτεραιότητες του κινεζικού καθεστώτος για τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Βεβαίως, για την περαιτέρω ανάπτυξη της Κίνας πρέπει να λυθεί μία σπαζοκεφαλιά. Ο Γουάνκ Ζιάν, μέλος της Κρατικής Επιτροπής για την Ανάπτυξη και τις Μεταρρυθμίσεις, υποστηρίζει ότι στην Ανατολική Κίνα απαιτούνται περισσότερα εδάφη για την κατασκευή σπιτιών και εργοστασίων, εδάφη τα οποία μέχρι πρότινος είχαν χρήση αγροτική. Και η μείωση των εκτάσεων προς αγροτική εκμετάλλευση στην Κίνα θα προκαλέσει τρομερές πιέσεις στην παγκόσμια αγορά τροφίμων.
«Το ίδιο πρόβλημα αντιμετώπισε και η Ιαπωνία, κατά την εποχή της γοργής βιομηχανοποίησής της», επισημαίνει ο Γ. Ζιάν. «Μόνο που ο πληθυσμός της Κίνας υπερβαίνει κατά πολύ αυτόν της Ιαπωνίας», συνεχίζει, για να καταλήξει ότι «η παγκόσμια αγορά τροφίμων δεν μπορεί να τροφοδοτήσει τον κινέζικο πληθυσμό». Δεν έχει σημασία αν η εκτίμηση του Ζιάν είναι σωστή. Σημασία έχει ότι καταδεικνύει πως η Κίνα ετοιμάζεται να διαχειριστεί αλλιώς το συγκεκριμένο πρόβλημα, εντελώς διαφορετικά από το ενεργειακό ζήτημα, για παράδειγμα, που το λύνει μέσω της επίτασης των εισαγωγών και της αυξανόμενης εξάρτησής της από τους παγκόσμιους προμηθευτές.
Το πρόβλημα είναι μεγάλο και σύνθετο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες διαδηλώσεις αφορούν εκτοπίσεις με σκοπό τη χρήση της αγροτικής γης από τις βιομηχανίες. Έγκειται στο ότι οι υψηλές αποζημιώσεις λειτουργούν αποτρεπτικά για τις βιομηχανικές επενδύσεις ενώ, με τη σειρά της, η μείωση των επενδύσεων σημαίνει μείωση των κρατικών εσόδων και άρα πρόβλημα ρευστότητας και αδυναμία ικανοποίησης των αιτημάτων των εκτοπισμένων αγροτών.
Η λύση σ’ αυτό το αίνιγμα προϋποθέτει την ανάπτυξη της Κεντρικής και της Δυτικής Κίνας. Πρόκειται για ένα σχέδιο που κυοφορείται εδώ και χρόνια στους κόλπους του καθεστώτος, αλλά το οποίο δεν έχει προχωρήσει τόσο όσο θα έπρεπε. Τώρα, οι διαδικασίες επιταχύνονται. Φημολογείται ότι το κράτος σχεδιάζει την κατασκευή ολόκληρων πόλεων κατά μήκος του ποταμού Γιανκτσέ, αλλά και κατά μήκος των καναλιών που ετοιμάζονται τώρα, στα πλαίσια ενός γιγάντιου προγράμματος κατασκευής καναλιών που θα ενώνουν τη Βόρεια και τη Νότια Κίνα. Και, βεβαίως, τα σχέδια είναι ακόμα πιο φιλόδοξα: Η κυβέρνηση σκέφτεται να μεταφέρει πληθυσμό και βιομηχανίες στο Κινχάι, μία επαρχία που έχει έκταση όση της Δυτικής Ευρώπης και πληθυσμό μόνο ένα εκατομμύριο!
Η ανάπτυξη της Δυτικής Κίνας αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του καθεστώτος για τα επόμενα χρόνια. Βεβαίως, θα πρέπει να ξεπεράσει πολλά προβλήματα, όπως και να πείσει τη διεθνή κοινότητα ότι αυτή η εξέλιξη δεν αναπαράγει τον μεγαλοϊδεατισμό των Χαν, ο οποίοι πάντοτε είχαν βλέψεις προς την Κεντρική Ασία. Σε περίπτωση, πάντως, που κάτι τέτοιο γινόταν πραγματικότητα, η δυτική Κίνα θα αναβαθμίζονταν θεαματικά, πυκνώνοντας τις ανταλλαγές με τα κράτη της Κεντρικής Ασίας στην περιοχή αυτή και πυροδοτώντας την εκεί ανάπτυξη.
Σε αυτή την εποχή, όπου η ξέφρενη οικονομική ανάπτυξη έχει διευρύνει το χάσμα της φτώχειας, η «εποικιοποίηση» της Δυτικής Κίνας αποτελεί μία πολύ ρεαλιστική και ριζική απάντηση στα κοινωνικά προβλήματα. Αυτή η επιλογή θα εκτόνωνε την κοινωνική πίεση και θα δημιουργούσε ένα «κινέζικο όνειρο» μετανάστευσης προς τη Δύση για εκατομμύρια Κινέζους αγρότες.
(Από τους Τάιμς της Ασίας/ Asia Times Online 20-10-2005. Ελληνική Μετάφραση - Επιμέλεια: Κ.Μ. - Γ.Ρ. Άρδην Φύλλο 46 ardin.gr)