ΜΙΑ ΧΡΗΣΙΜΗ ΜΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΘΙΒΕΤ

Οι κυρίαρχες τάξεις και χώρες, με βοηθό τους ένα τμήμα των ΜΜΕ προσπαθούσαν ανέκαθεν να οδηγήσουν την κοινή γνώμη στην κατεύθυνση που ήθελαν, παραποιώντας, αποσιωπώντας, εισάγοντας αυθαίρετα συμπεράσματα. Μ΄ αυτόν τον τρόπο στηρίχτηκαν επεμβάσεις, πραξικοπήματα, "ανθρωπιστικοί" πόλεμοι. Η μαχόμενη αριστερή δημοσιογραφία έχει χρέος να παρουσιάζει τα πράγματα μελετώντας τα γεγονότα απ' όλες τις πλευρές. Το ζήτημα του Θιβέτ δεν είναι άσπρο - μαύρο, είναι εξαιρετικά πολύπλοκο. Γι΄ αυτό, δεν αρκεί να φωνάξουμε έξω από την κινέζικη ή όποια πρεσβεία, χωρίς να αναζητήσουμε τα βαθύτερα αίτια του γενικού ξεσηκωμού της δυτικής κοινής γνώμης κι εκείνους που συχνά κρύβονται πίσω από αυτήν.
Η επίθεση του δυτικού κόσμου δεν στοχεύει μόνο στη σημερινή καπιταλιστική Κίνα, αλλά και στα επιτεύγματα της κινεζικής επανάστασης. Γιατί δεν μας περνάει από το μυαλό ότι πίσω από αυτή τη γενική αγανάκτηση μπορεί να κρύβεται ένας απώτερος στόχος, μια προσπάθεια αποσταθεροποίησης της περιοχής και διαμελισμού της Κίνας; Η Κίνα ήταν αντίθετη στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας και γι΄ αυτό - δήθεν κατά λάθος - βομβαρδίστηκε η εκεί κινεζική πρεσβεία. Ο Δαλάι Λάμα (ο ειρηνιστής) αντίθετα, στήριζε τους βομβαρδισμούς, όπως ζητούσε (μαζί με τη Θάτσερ και τον Ιωάννη Παύλο) το 1999, την απελευθέρωση του δικτάτορα Πινοσέτ, ο οποίος είχε συλληφθεί στη Μ. Βρετανία, προκειμένου να σταλεί να δικαστεί στην Ισπανία για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Εάν δει κανείς προσεκτικά τη διαμόρφωση της πληροφόρησης για τα γεγονότα στο Θιβέτ, ανακαλύπτει πολλά αξιοπερίεργα. Για παράδειγμα, στα διάφορα άρθρα που διαβάζουμε δεν αναφέρεται ότι στη Λάσα σκοτώθηκαν πάνω από 10 Κινέζοι Χαν. Οι περισσότεροι ήταν καταστηματάρχες που κάηκαν ζωντανοί μέσα στα μαγαζιά τους. Επίσης, παρατηρώντας πολλές από τις φωτογραφίες του ευρωπαϊκού τύπου, φαίνεται ξεκάθαρα ότι οι αστυνομικοί που χτυπούν τους διαδηλωτές και παρουσιάζονται ως κινέζοι, στην πραγματικότητα φορούν τη στολή των αστυνομικών του Νεπάλ.
Το Θιβέτ είναι πολύ της μόδας τα τελευταία χρόνια και μέσα στην αριστερά. Ο Δαλάι Λάμα παρουσιάζεται ως ένας θρησκευτικός φιλειρηνικός ηγέτης και η βουδιστική θρησκεία ασκεί μια ιδιαίτερη γοητεία στην ευρωπαϊκή αριστερά.
Οπωσδήποτε οι θιβετιανοί είναι ένας από τους φτωχότερους λαούς του κόσμου και πάνω τους έχει ασκηθεί η καταπίεση διάφορων εξουσιών. Σήμερα της κινεζικής, αλλά παλιότερα των μοναχών και της ντόπιας αριστοκρατίας, την εποχή που οι βοσκοί και οι αγρότες ήταν σκλάβοι. Η θρησκευτική εξουσία, εκεί όπου πήρε και πολιτική μορφή, έφερε μαζί της την καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, την απροκάλυπτη βία και την οπισθοδρόμηση. Δεν αποτελεί εξαίρεση το Θιβέτ.

Ο θιβετιανός μεσαίωνας
Ο Χάινριχ Χάρερ, ένας αυστριακός πρώην λοχίας του ναζιστικού στρατού, θαυμαστής του Δαλάι Λάμα και συγγραφέας του βιβλίου "Επτά χρόνια στο Θιβέτ", γράφει για τη διακυβέρνηση της περιοχής το 1946: "Η κυριαρχία των μοναχών στο Θιβέτ είναι απόλυτη και μπορεί κανείς να την συγκρίνει μόνο με μια στυγνή δικτατορία".
Και ποια ήταν η υγιεινή και η προστασία της δημόσιας υγείας στο Θιβέτ εκείνης της εποχής; Υψηλότατη παιδική θνησιμότητα, χαμηλότατος μέσος όρος ζωής, φάρμακα ανύπαρκτα. "Οι λάμα", συνεχίζει ο Χάρερ, "αλείφουν τους ασθενείς με το άγιο σάλιο τους ή ανακατεύουν βούτυρο με ούρα αγίου ανθρώπου και το χορηγούν στους αρρώστους".
Οι ποινές για οποιοδήποτε παράπτωμα σε κάποιες περιπτώσεις ισχύουν και για τους συγγενείς του ενόχου. Η πιο συνηθισμένη ποινή είναι η μαστίγωση, η οποία, συχνά επιφέρει τον θάνατο. Άλλες ποινές ήταν η κοπή των χεριών και το βγάλσιμο των ματιών. Επειδή η αφαίρεση της ζωής είναι αντίθετη με τη βουδιστική θρησκεία, συχνά οι μοναχοί μαστίγωναν τους εγκληματίες και τους εγκατέλειπαν "στο έλεος του θεού", μέσα στην παγωμένη νύχτα για να πεθάνουν.
Οι ομοιότητες ανάμεσα στο Θιβέτ και στη μεσαιωνική Ευρώπη είναι εκπληκτικές. Κάποια μοναστήρια είχαν τις ιδιωτικές φυλακές τους και οι θιβετιανοί άρχοντες είχαν σύνεργα βασανισμού κάθε είδους. Ο σκλάβος στο Θιβέτ δούλευε για όλη του τη ζωή χωρίς μισθό, για τον άρχοντα ή για το πλούσιο μοναστήρι. Το μοναστήρι του Ντρεπούνγκ ήταν μια από τις μεγαλύτερες ιδιοκτησίες του κόσμου, με 185 φέουδα, 25.000 δουλοπάροικους, 300 μεγάλα βοσκοτόπια και 16.000 βοσκούς.
Κάθε γεγονός στη ζωή των απλών ανθρώπων συνεπαγόταν κι ένα φόρο: ο γάμος, η γέννηση ενός παιδιού, ο θάνατος. Πλήρωναν όταν φύτευαν ένα δέντρο στην αυλή τους, για τα κατοικίδια, για μια γλάστρα με λουλούδια. Υπήρχαν φόροι για τις θρησκευτικές εορτές, για το χορό, για το τραγούδι. Φόροι για την φυλάκιση, φόροι για την αποφυλάκιση. Μέχρι και φόροι για τους ζητιάνους. Φόρος ανεργίας, φόρος μετακίνησης από το ένα χωριό στο άλλο για εξεύρεση εργασίας.
Όσοι δεν ήταν σε θέση να πληρώσουν, δανείζονταν χρήματα από τα μοναστήρια, με τόκο από 20% έως 50%. Κάποια χρέη κληρονομούνταν από τον παππού στον εγγονό. Όποιος δεν μπορούσε να ξεπληρώσει τα χρέη κινδύνευε να γίνει σκλάβος του μοναστηριού για ένα διάστημα ή για ολόκληρη τη ζωή του.
Οι παιδαγωγικές θεωρίες (των μοναστηριών, γιατί σχολεία δεν υπήρχαν) ενίσχυαν την ταξική κοινωνία. Οι φτωχοί βρίσκονταν σ΄ αυτήν την κατάσταση εξαιτίας της ανόητης και ανήθικης συμπεριφοράς τους σε προηγούμενες ζωές. Οι πλούσιοι, φυσικά, αμείβονταν για την αρετή τους σε προηγούμενες ζωές.
Το Θιβέτ στην ουσία καταλήφθηκε από την Κίνα στα μέσα του 18ου αιώνα κι από τότε όλες οι κυβερνήσεις το θεωρούσαν κινεζική επαρχία, ακόμη και το Κουομιτάνγκ. Οι κινέζοι κομμουνιστές μπήκαν στο Θιβέτ το 1951. Με ειδική συνθήκη ορίστηκε αυτόνομη κυβέρνηση υπό την εποπτεία του Δαλάι Λάμα, που όμως έδινε στην Κίνα τον στρατιωτικό έλεγχο και τις διεθνείς σχέσεις.

Το Θιβέτ καταλήφθηκε το 1951;
Μεταξύ 1951 και 1959, όχι μόνο δεν κατασχέθηκε καμία ιδιοκτησία των αριστοκρατών και των μοναχών, αλλά επιτράπηκε στους φεουδάρχες να ασκούν δικαστική εξουσία πάνω στους αγρότες που συνδέονταν μαζί τους βάσει κληρονομικού δικαιώματος.
Ο Μάο Τσε Τουνγκ το 1957 μείωσε τον αριθμό των στελεχών του Κόμματος και των στρατευμάτων στο Θιβέτ και υποσχέθηκε στον Δαλάι Λάμα ότι η Κίνα δεν θα πραγματοποιούσε αγροτικές μεταρρυθμίσεις στο Θιβέτ για τα επόμενα 6 χρόνια, εάν δεν ωρίμαζαν οι συνθήκες.
Στο μεταξύ, η CIA προπαγάνδιζε την αντίσταση των θιβετιανών κι έστελνε πράκτορές της στη χώρα. Το 1959 οργάνωσε την εξέγερση που υποστήριξαν οι λάμα κι οι ανώτερες τάξεις, αλλά η πλειοψηφία του λαού δεν ακολούθησε κι έτσι η εξέγερση απέτυχε.
Από κει και πέρα οι κινέζοι προχώρησαν στην κατάργηση της δουλείας, της δουλοπαροικίας και της απλήρωτης εργασίας. Κατάργησαν το φορολογικό σύστημα, δημιούργησαν νέα προγράμματα εργασίας, σχολεία όπου διδάσκεται η θιβετιανή γλώσσα, νοσοκομεία και κέντρα υγείας. Κατασκεύασαν αρδευτικά συστήματα και ηλεκτροδότησαν τη Λάσα, απαγόρευσαν τις δημόσιες μαστιγώσεις και τους ακρωτηριασμούς. Κατάσχεσαν τα τσιφλίκια των μοναστηριών και οργάνωσαν εκατοντάδες αγροτικές κοινότητες.
Τι μας λέει ο Χάινριχ Χάρερ για την αντίσταση; "Εκείνοι που αντιστάθηκαν στους κινέζους ήταν κυρίως οι ευγενείς, οι ιδιοκτήτες και οι λάμα. Η τιμωρία τους ήταν να εξαναγκαστούν να κάνουν τις πιο ταπεινές δουλειές, όπως να κατασκευάσουν δρόμους και γέφυρες και να καθαρίσουν τις πόλεις πριν από την άφιξη των τουριστών".
Οι θιβετιανοί παρέμειναν ελεύθεροι να δίνουν ελεημοσύνη στους μοναχούς και να ακολουθούν τη θρησκεία τους και οι μοναχοί ήταν ελεύθεροι να φύγουν από το μοναστήρι ή να ζήσουν με τον ελάχιστο κυβερνητικό μισθό, κερδίζοντας παραπάνω χρήματα στους γάμους και στις κηδείες. Δεν υπάρχει καμία απόδειξη για μαζικές στειρώσεις και εκτοπίσεις θιβετιανών.
Ο Δαλάι Λάμα κι ο αδελφός του υποστηρίζουν ότι 1,2 εκατομμύρια θιβετιανών εξολοθρεύτηκαν από τους κινέζους κατά την κατάληψη του Θιβέτ. Η επίσημη απογραφή του 1953 αναφέρει 1.274.000 κατοίκους. Ώστε τους εξόντωσαν σχεδόν όλους; Πού είναι οι μαζικοί τάφοι, πού είναι οι πόλεις φάντασμα;
Το 1998 έγινε γνωστό ότι οι θιβετιανοί του εξωτερικού εισέπρατταν από το 1960, σύμφωνα με έγγραφα του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, 1,7 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο από τη CIA. Η οργάνωση του Δαλάι Λάμα παραδέχτηκε ότι είχε λάβει μερικά εκατομμύρια δολάρια για να στείλει οπλισμένες ομάδες εξόριστων για να αντισταθούν στη μαοϊκή επανάσταση. Ο ίδιος ο Δαλάι Λάμα λάμβανε 186.000 δολάρια το χρόνο από τη CIA, πράγμα που τον καθιστά και επίσημα πράκτορά της.
Σήμερα, μέσα από τον "Οργανισμό για την Ανάπτυξη και τη Δημοκρατία", κλάδο της CIA, το Κογκρέσο εξακολουθεί να καταβάλει 2 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο στους θιβετιανούς της Ινδίας και άλλα ποσά στη θιβετιανή κοινότητα του εξωτερικού. Ο Δαλάι Λάμα χρηματοδοτείται επίσης από τον Τζορτζ Σόρος.
Οπωσδήποτε υπάρχουν πολλά αρνητικά στοιχεία στην κινεζική πολιτική στο Θιβέτ. Οι κινεζικές αρχές παραδέχονται "λάθη" κατά τη διάρκεια της πολιτιστικής επανάστασης 1966-76, όταν υπήρξαν πραγματικές θρησκευτικές διώξεις. Έπειτα από την εξέγερση του ΄59, φυλακίστηκαν χιλιάδες θιβετιανοί. Η κολεκτιβοποίηση της γεωργίας, η αναγκαστική καλλιέργεια σταριού επιβλήθηκαν στους αγρότες κι έφεραν καταστροφικά αποτελέσματα.
Οι Χαν, οι οποίοι αποτελούν το 95% του συνολικού πληθυσμού της Κίνας, συχνά αντιμετώπισαν με υπεροψία την τοπική κοινωνία. Θεωρούν τους θιβετιανούς τεμπέληδες και θέλουν να τους υποχρεώσουν να αποδεχτούν την οικονομική ανάπτυξη και την "πατριωτική διαπαιδαγώγηση". Στη δεκαετία του ΄90 πολλοί θιβετιανοί συνελήφθησαν για "ανατρεπτική δραστηριότητα", ενώ η ιστορία και η θρησκεία τους παραμελήθηκαν στη σχολική διδασκαλία.
Όμως, οι αριστοκράτες θιβετιανοί του εξωτερικού, που με τα χρήματα της CIA υποκινούν τις εξεγέρσεις, δεν ενδιαφέρονται τόσο γι΄ αυτό. Αυτό που θέλουν είναι να καλλιεργήσουν τον μύθο του Θιβέτ ως χαμένου παράδεισου, όπου οι κάτοικοι υποτίθεται ότι ζούσαν μέσα στην ευδαιμονία, τη γαλήνη και την αλληλεγγύη. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για μια εφιαλτική κοινωνία, βασισμένη στη δουλεία, οπισθοδρομική και βαθιά άδικη.
Όσο για τους Ολυμπιακούς αγώνες, οι οποίοι έχουν εξελιχθεί σε έναν καθαρά εμπορικό θεσμό και σε μια ευκαιρία πλουτισμού του μεγαλύτερου σπόνσορα, δεν θα έπρεπε να γίνονται καθόλου. Δεν μποϊκοτάρισε κανείς όμως τους Ολυμπιακούς της Ατλάντα, κι ας είναι οι αμερικανοί οι πρώτοι που γράφουν τα ανθρώπινα δικαιώματα στα παλιά τους τα παπούτσια.

Τόνια Τσίτσοβιτς

(δημοσιευθηκε στο epohi.gr, 06 Απριλίου 2008)