Της ειδικής απεσταλμένης μας ΑΝΥ BOURRIER (*)
Ταξιδιώτες συγγραφείς, όπως ο Τζόζεφ Κέσελ και ο Τζόζεφ Κόνραντ, δεν τσιγκουνεύτηκαν τους υπερθετικούς χαρακτηρισμούς για να περιγράψουν το Χονγκ Κονγκ. Σαγηνεύτηκαν από την πόλη-κράτος που αποτελεί «ατύχημα» της γεωγραφίας και παράλληλα δημογραφικό παράδοξο και θαύμα της οικονομίας.
Το Χονγκ Κονγκ είναι, επιπλέον, ο τόπος όπου συνυπάρχουν όλες οι υπερβολές, οι αντιθέσεις και οι ακρότητες.
Η λεγόμενη και «πόλη-δυναμίτης», είναι η μοναδική στον κόσμο όπου, πριν από την παραχώρηση της πρώην βρετανικής αποικίας στην Κίνα, το 1997, συναντιόταν η Ανατολή με τη Δύση και υπήρχε η μεθυστική αίσθηση του να είναι κανείς Κινέζος και να ζει ελεύθερος, η δυνατότητα να επιδεικνύει ξεδιάντροπα τα πλούτη του και, κυρίως, να αποτελεί μέλος μιας ανοιχτής κοινότητας, η οποία προσελκύει ακόμα ανθρώπους από ολόκληρο τον κόσμο. Κυρίως, πλήθος Ασιατών, προερχόμενων από τις Φιλιππίνες, το Βιετνάμ, τη Βιρμανία, τη Σρι Λάνκα, την Ινδία, το Πακιστάν. Σε τελική ανάλυση, η ταυτότητα του κατοίκου του Χονγκ Κονγκ παραμένει πάντοτε πρωτότυπη και κοσμοπολίτικη.
Είναι σπάνιες οι κινεζικές πόλεις που συνενώνουν ομοιογενώς τα τέσσερα θεμελιώδη στοιχεία του φενγκ σούι: το νερό, τη γη, το μέταλλο και τη φωτιά (1).
Η θάλασσα της Νοτίου Κίνας περικλείει τον φημισμένο κόλπο του Χονγκ Κονγκ, που θεωρείται από τους ωραιότερους στον κόσμο. Η στεριά και οι βράχοι διαμορφώνουν ένα τοπίο κατακερματισμένο σε χιλιάδες κομμάτια. Ορισμένα έχουν πολύ μεγάλη έκταση, όπως το νησί του Χονγκ Κονγκ, η παλλόμενη καρδιά του δράκου της Ασίας ή, ακόμη, η χερσόνησος Κοουλούν και τα Νέα Εδάφη -αποκτήθηκαν αρκετά αργότερα από την άφιξη του ναυτικού της Αυτού Μεγαλειότητας, που διεξήγαγε τον Πόλεμο του Οπίου ενάντια στο «Κεντρικό Βασίλειο» του 19ου αιώνα. Αλλα τμήματα της ξηράς μοιάζουν με λεπτεπίλεπτες γιρλάντες, όπως τα πολλά νησάκια που περιστοιχίζουν το νησί Λαντάου.
Το μέταλλο είναι η πρώτη ύλη για τους ουρανοξύστες, τα οικοδομήματα της Πρωτοπορίας που εγείρονται σαν προστατευτικό τείχος αλλά και ως αμετακίνητοι φρουροί της πόλης.
Οσο για τη φωτιά, κατά τη διάρκεια των παραδοσιακών εορτών οι ανταύγειές της λαμπυρίζουν πάνω στις επιφάνειες των πύργων από γυαλί και ατσάλι ή, ακόμη, εκρήγνυνται στο θέαμα των πυροτεχνημάτων για τους εορτασμούς του νέου σεληνιακού έτους.
Δίχως αμφιβολία, πρόκειται για μια πόλη ταοϊστική. Αρκεί να απομακρυνθεί κανείς από τις συνοικίες των τεχνοκρατών για να γοητευτεί από τα ιδεογράμματα, τις πινακίδες και τις παραδόσεις, που, κρυμμένες σε κάποιο δρομάκι του Σέντραλ ή στις αγορές του Μονγκόκ, μας υπενθυμίζουν τις αξίες και τις αρχές που θεμελίωσαν τον χιλιετή πολιτισμό της.
Οι αρχέγονες διδαχές του ταοϊσμού, όμως, δεν ενέπνευσαν, τους πολεοδόμους και τους αρχιτέκτονες, όταν χρειάστηκε να αναστήσουν το παλαιό λιμάνι των ψαράδων στον κόλπο του Καντόν. Ο χώρος έπρεπε οπωσδήποτε να υπηρετήσει τις ανάγκες της ανθρώπινης δραστηριότητας. Ετσι, κατασκευάστηκαν πύργοι πανάκριβοι, αλλά εξαιρετικά μελετημένοι για να γίνουν έδρες επιχειρήσεων, τραπεζών, εμπορικών καταστημάτων και υπηρεσιών.
Τα πελώρια κτίρια, με την κορυφή τους να φλερτάρει τον σκοτεινιασμένο ουρανό την περίοδο των μουσώνων, σοκάρουν το βλέμμα. Οι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ θεωρούν την αρχιτεκτονική ως την πεμπτουσία της πόλης τους, φτάνοντας, μάλιστα, να διατηρούν προσωπικές σχέσεις με τους γίγαντες των κτιρίων. Καθένας έχει τις προτιμήσεις και τις αντιπάθειές του, ενώ ώρες συζήτησης μπορεί να αναλωθούν για να διαπιστωθεί εάν η έδρα και η μορφή κάποιου οικοδομήματος συμμορφώνονται με τους κανόνες του φενγκ σούι.
Κινέζικοι συμβολισμοί
Πολλοί πιστεύουν ότι η πέτρα έχει τις δικές της δυνάμεις, ευοίωνες ή δυσοίωνες, και ότι τα όμορφα κτίρια που τους περιτριγυρίζουν μπορούν να φέρουν τύχη ή να γίνουν πηγή δυστυχίας. Το πιο γνωστό παράδειγμα, η Τράπεζα της Κίνας, το αριστούργημα του αμερικανού αρχιτέκτονα κινεζικής καταγωγής, Ιεό Μινγκ Πέι -ο δημιουργός της πυραμίδας του Λούβρου- το οποίο κατασκευάστηκε στο Σέντραλ πριν από 20 χρόνια. Η κορυφή του, με μορφή οξείας γωνίας, φάνταζε σαν ξίφος που απειλούσε την έδρα του βρετανού κυβερνήτη, λίγα μέτρα παρακάτω. Κατά την παραχώρηση του Χονγκ Κονγκ, τον Ιούλιο του 1997, τίποτα δεν συμβόλισε καλύτερα την αντιπαλότητα ανάμεσα στην Κίνα και τη Βρετανία.
Τις οικείες σχέσεις με τους ουρανοξύστες εξηγεί, επιπροσθέτως, το σύνδρομο του ξεριζωμού, από το οποίο πάσχει η πλειονότητα του πληθυσμού. Το νησί, παλαιό λημέρι ψαράδων, πειρατών και πουλιών, έγινε πόλος έλξης για ένα μαζικό και ανομοιογενές ρεύμα μεταναστών από την Κίνα, με αποτέλεσμα να είναι προβληματικός ο προσδιορισμός της ταυτότητάς του.
Χαρακτηριστική του Χονγκ Κονγκ είναι, ακόμη, η αστική πολυμορφία του. Η επικράτειά του, που μετατράπηκε, μετά την παραχώρησή της στην Κίνα, σε Ειδική Διοικητική Επικράτεια (ΕΔΕ), υποδιαιρείται σε επιμέρους τμήματα, σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια, με πρώτο και κύριο την κοινωνική τάξη.
Ακολουθούν η αγοραστική δύναμη, η εθνικότητα, το επάγγελμα και, τέλος, η ημερομηνία άφιξης. Είτε πρόκειται για εξόριστους που κατέφτασαν από τη Νότια Κίνα μετά την κομμουνιστική επανάσταση, είτε για κατατρεγμένους της νοτιοανατολικής Ασίας που αναζητούν δουλειά και μια καλύτερη ζωή, είτε για «gweilo», τους λευκούς δαίμονες από την Ευρώπη ή από την Αμερική, όλοι οι μετανάστες έχουν διαμορφώσει στα μέτρα τους αυτή την επικράτεια, όπου η Ανατολή συναντά τη Δύση, καταλαμβάνοντας συγκεκριμένους χώρους, αντίστοιχα με τους λόγους της εγκατάστασής τους στην πόλη και αναλόγως της κοινωνικής τους ισχύος.
Η ανάγκη υπέρβασης των περιορισμών του χώρου στοιχειώνει τους πολεοδόμους της ανοιχτής πόλης, όπου η πυκνότητα του πληθυσμού είναι από τις υψηλότερες του πλανήτη. Επέλεξαν να αναπτύξουν ένα σύστημα με περάσματα, διαδρόμους, σημεία αναφοράς, μικρές κλειστές πλατείες.
Το όλο δίκτυο καλύπτει τις πολυσύχναστες οδικές αρτηρίες, οι οποίες διακλαδίζονται για να οδηγήσουν στα εμπορικά κέντρα, στα κτίρια των γραφείων ή στα οικιστικά συγκροτήματα που υψώνονται δεκάδες ορόφους πάνω από τη γη.
Για να γνωρίσει καλύτερα το Χονγκ Κονγκ, ο επισκέπτης μπορεί να περιπλανηθεί στη νήσο Βικτόρια που ονομάστηκε έτσι προς τιμήν της βασίλισσας της Αγγλίας.
Εκεί, σε περίοπτη θέση, βρίσκεται το Βικτόρια Πικ, που στο παρελθόν υπήρξε αποικία των πλούσιων Βρετανών, ενώ σήμερα κατοικείται από κινέζους δισεκατομμυριούχους. Η συγκεκριμένη συνοικία, η οποία απλώνεται γύρω από το κατεξοχήν κέντρο του Χονγκ Κονγκ, είναι ακαταμάχητος τουριστικός πόλος, εξαιτίας της πανοραμικής του θέας σε έναν από τους ωραιότερους κόλπους του κόσμου.
Στο Μιντ Λέβελς, το ενδιάμεσο επίπεδο της νήσου Βικτόρια, βρίσκονται οι συνοικίες όπου ζουν τα ξένα στελέχη επιχειρήσεων, δηλαδή οι εκπατρισμένοι των μεγάλων πολυεθνικών που έχουν αποσταλεί εκεί για να έχουν το πάνω χέρι στις επενδύσεις στην Κίνα, κυρίως στις ειδικές οικονομικές ζώνες του Δέλτα του ποταμού Περλ.
Οι κάτοικοί του ζουν βάσει δυτικών προτύπων, εγκλωβισμένοι στους απόκρημνους λόφους και αποκλεισμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο, μέσα σε ένα δάσος από κτίρια που κρύβουν τον ορίζοντα.
Από το 1993, μια τεράστια κυλιόμενη σκάλα, που θεωρείται η μεγαλύτερη του κόσμου, συνδέει το Μιντ Λέβελς με το Σέντραλ, τη συνοικία του επιχειρηματικού κόσμου και επίκεντρο του Χονγκ Κονγκ. Στο Σέντραλ έχουν την έδρα τους οι τράπεζες, οι θυγατρικές ξένων εταιρειών, οι πιο γνωστές εμπορικές γκαλερί της πόλης, αλλά και τα καλύτερα εστιατόρια.
Η γειτονιά των νέων
Με ιστορικούς δρόμους, μπαρ της μόδας και εναλλασσόμενο πλήθος, το μέρος σφύζει από ζωή: στελέχη, γραμματείς, υπάλληλοι γραφείου και πωλητές κάθε είδους πλημμυρίζουν τους δρόμους την ώρα του μεσημεριανού γεύματος ή πιο αργά, το βράδυ, όταν όλοι βιάζονται να προλάβουν τα μαζικά μέσα μεταφοράς για να επιστρέψουν στο σπίτι. Το «σπίτι» είθισται να είναι ένα μικρό διαμέρισμα σε κάποιο δάσος πολυώροφων κτιρίων, όπως οι συνοικίες Σαμ Σούι Πο, Σα Τιν, Τσιν Γι και Τάι Πο.
Εκείνη την ώρα, δεν έχει νόημα να προσπαθήσει κανείς να ρωτήσει την παραμικρή πληροφορία: υπερβολικά απασχολημένοι από την επαγγελματική και οικογενειακή τους ζωή, οι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ συνηθίζουν να αποφεύγουν ή να αγνοούν τους ξένους.
Προς τα δυτικά, ανακαλύπτει κανείς το Γουέστερν, το «μόσχευμα» της Κίνας στο νησί: πρόκειται για τη συνοικία των άρτι αφιχθέντων Κινέζων, παρά την αυστηρή μεταναστευτική πολιτική που ισχύει έπειτα από την παραχώρηση του Χονγκ Κονγκ.
Οι «mainlanders» ζουν μακριά από την κοινή θέα, συμβιώνουν αρμονικά με τους παλαιότερους Κινέζους, που βρίσκονται εκεί εδώ και 50 χρόνια, και προσπαθούν να μην ξεχάσουν τις ρίζες τους. Το Γουέστερν χαίρει ειδικού καθεστώτος, με τις μικρές μπουτίκ του, τα τεϊοποτεία που μοιάζουν να βγήκαν από κάποιο φωτογραφικό λεύκωμα των αρχών του αιώνα και τους παίκτες ματζόνγκ. Αλλά είναι, επίσης, η έδρα των τελευταίων «sweat shops», των μικρών εργοστασίων όπου οι εργάτες γίνονται μούσκεμα στον ιδρώτα, δουλεύοντας συνωστισμένοι στην αλυσίδα παραγωγής, σε ανύπαρκτες συνθήκες υγιεινής.
Μια άλλη προέκταση του Σέντραλ είναι το Γουαντσάι, όπου παλαιότερα σύχναζαν μικροαπατεώνες και πόρνες. Ωστόσο, η «θερμόαιμη» συνοικία έχει χάσει το χρώμα της σε σχέση με τη δεκαετία του '50, εποχή που φιλοξένησε τα γυρίσματα της ταινίας «Ο κόσμος της Σούζι Γουόνγκ», με σκηνοθέτη τον Ρίτσαρντ Κουίν και πρωταγωνιστή τον Γουίλιαμ Χόλντεν. Ανακαινισμένο κατά τη δεκαετία του '80, το Γουαντσάι στεγάζει το γιγαντιαίο Συνεδριακό και Εκθεσιακό Κέντρο. Εκεί υπογράφτηκε η συμφωνία της παραχώρησης μεταξύ Αγγλων και Κινέζων, στις 30 Ιουνίου 1997, ενώ σήμερα πραγματοποιούνται εκατοντάδες σεμινάρια, συμπόσια και εμπορικές εκθέσεις κάθε είδους. Εξάλλου, το Χονγκ Κονγκ πρόσφατα αυτοανακηρύχθηκε «πρωτεύουσα των χάπενινγκ της Ασίας».
(1) Τέχνη διαμόρφωσης του χώρου, σύμφωνα με κανόνες που στοχεύουν στην αρμονική συσχέτιση του ανθρώπου με το περιβάλλον του.
* Δημοσιογράφος
LE-MONDE - 26/08/2007