Η γειτονιά διαθέτει και κινεζικό μίνι μάρκετ, κουρείο, εστιατόριο, ακόμα και Κινέζους εργάτες που επισκευάζουν τα δικά τους μαγαζιά
Εργάτες Κινέζοι ξεφορτώνουν νυχθημερόν τόνους νέων εμπορευμάτων: παιχνίδια, ρούχα, παπούτσια, δερμάτινα, ηλεκτρονικά είδη. Από ένα μέχρι δέκα ευρώ το ακριβότερο προϊόν.
«Με τον ερχομό των Κινέζων τα ενοίκια αυξήθηκαν παράλογα. Πού τα βρίσκουν τόσο μεγάλα ποσά;», αναρωτιέται ο Λεωνίδας, κομμωτής στην πλατεία Κουμουνδούρου. Το κομμωτήριο βρίσκεται ανάμεσα σε μια σειρά κινεζικών εμπορικών καταστημάτων. Εξηγεί ότι «στα διπλανά καταστήματα 130 τ.μ. οι Κινέζοι πλήρωσαν 100.000 ευρώ για αέρα και δίνουν 3.000 το μήνα για ενοίκιο. Πρόσφατα νοίκιασαν επίσης τον γωνιακό φούρνο πληρώνοντας 200.000 ευρώ αέρα και 3.000 το μήνα νοίκι. Η κίνηση αυτών των καταστημάτων και το κόστος των εμπορευμάτων δεν δικαιολογούν τέτοια ποσά».
Ανάμεσα σε κινεζικά στην Κουμουνδούρου βρίσκεται και η βιοτεχνία του Αλέξανδρου: «Ανοιξαν πάρα πολλά κινεζικά στη θέση καταστημάτων ηλεκτρικών και υδραυλικών ειδών, και δεν είδαμε κινεζικό να κλείνει. Ακόμα κι αν δεν δουλεύουν, τα κρατούν κλειστά πληρώνοντας με κάποια επιδότηση ενοικίου, όπως ακούσαμε. Σήμερα οι Κινέζοι δουλεύουν κυρίως με χονδρική. Τα καταστήματα λειτουργούν ως αποθήκες, είναι εξειδικευμένα και διαθέτουν ποικιλία».
Οι Κινέζοι πωλητές δεν απαντούν σε καμία ερώτηση. Δεν μιλούν ελληνικά και δείχνουν ότι δεν θέλουν συζήτηση, ορισμένοι φαίνονται φοβισμένοι. Η υποτυπώδης ταμειακή μηχανή δεν φαίνεται να χρησιμοποιείται συχνά: «Βάζει ένα πρόστιμο η Εφορία στον Γιου, αυτός εξαφανίζεται μαζί με τα χρέη και στη θέση του μπαίνει ο Λι», απαντά ιδιοκτήτης καταστήματος απο την περιφέρεια που αγοράζει χονδρική.
Η γειτονιά διαθέτει και κινεζικό μίνι μάρκετ, κουρείο, εστιατόριο, ακόμα και Κινέζους εργάτες που επισκευάζουν τα δικά τους μαγαζιά. «Οι Κινέζοι δεν ξοδεύουν ούτε ένα ευρώ στη γειτονιά», απαντά ο Σπύρος, ελαιοχρωματιστής. Δείχνει ένα διαμέρισμα στην οδό Κολοκυνθούς: «Το αγόρασαν πρόσφατα Κινέζοι. Πλήρωσαν 100.000 ευρώ και δεν διαθέτει ούτε ασανσέρ ούτε κεντρική θέρμανση».
100.000 ευρώ αέρα
Ολοι γνωρίζουν και συζητούν -αλλά κανείς δεν παραδέχεται επίσημα- ότι η κινεζική κυβέρνηση λόγω του γιγάντιου μεγέθους του πληθυσμού της Κίνας, αλλά και προκειμένου να προωθήσει ελεγχόμενα τα προϊόντα της εξωθεί άτομα στο εξωτερικό. Επιπλέον, με τον τρόπο αυτό προσπαθεί να επιλύσει και τα προβλήματα αστυφιλίας, ανεργίας και αστέγων που την τελευταία πενταετία έκαναν έντονη την εμφάνισή τους στην ασιατική χώρα.
Το δεύτερο που είναι γνωστό -αλλά οι Κινέζοι επίσημα αρνούνται ως πολιτική- είναι ότι στη διάδοση των κινεζικών καταστημάτων και προϊόντων συμμετέχει οικονομικά η πρεσβεία της χώρας. Επίσης, ορισμένοι Κινέζοι κατά τη σύλληψή τους από τις ελληνικές αρχές υποστήριξαν ότι οι κινεζικές αρχές κρατούν ονόματα, στοιχεία και διαβατήρια ατόμων που έχουν πεθάνει ή φύγει από την Ελλάδα, με αποτέλεσμα να ανακυκλώνονται χωρίς να μπορεί κανείς να υπολογίζει πόσοι ακριβώς είναι.
Στα μαγαζιά που νοικιάζουν (με κινεζικά προϊόντα) εμφανίζονται περιπτώσεις που μαζί με το ενοικιοστάσιο παίρνουν και την άδεια ενοικίασης του Ελληνα ιδιοκτήτη (πληρώνοντας προφανώς μεγαλύτερο ενοίκιο).
Ο πρόεδρος του Τμήματος Ασιατικών Σπουδών, Πλάμεν Τόντσεφ, εξηγεί: «Είναι σαφέστατο ότι η έλευση των Κινέζων συνδέεται με την έλευση προϊόντων. Η αξιοποίηση της κινεζικής κοινότητας στο εξωτερικό αποτελεί επίσημη πολιτική του κινεζικού κράτους. Οι Κινέζοι φέρνουν προϊόντα και τα προϊόντα Κινέζους.
»Στην Κίνα ζουν 300 εκατομμύρια άνθρωποι, στα χωριά πεινάνε, θα μετανάστευαν ούτως ή άλλως. Η πολιτική ηγεσία, πολύ έξυπνα, συνδέει την έξοδο των Κινέζων με τις εξαγωγές, οι οποίες αποτελούν κινητήριο μοχλό για τη χώρα που διαθέτει τρομακτικό ποσό -πάνω από ένα τρισ. δολάρια- συναλλαγματικών αποθεμάτων, τα οποία προέρχονται κυρίως από τις εξαγωγές. Σε αυτό στηρίζονται, δηλαδή, μ' έναν σμπάρο δυο τρυγόνια. Με τον τρόπο αυτό επιλύουν το οξύ κοινωνικό πρόβλημα 300 εκατομμυρίων ανθρώπων που βρίσκονται σε αδιέξοδο και είναι υποψήφιοι μετανάστες.
»Υπάρχουν ενδείξεις ότι η έξοδος των Κινέζων στο εξωτερικό διευκολύνεται. Δηλαδή, υπάρχουν πληροφορίες πως η κυβέρνηση τους διευκολύνει προκειμένου να προωθούν κινεζικά προϊόντα. Για παράδειγμα, οι Ιταλοί, που τους γνωρίζουν χρόνια, λένε ότι οι Κινέζοι δεν πεθαίνουν ποτέ. Οταν πεθαίνει κάποιος, τα χαρτιά του τα παίρνει κάποιος άλλος και στη συνέχεια τρίτος, τέταρτος...»
7»Στην Ελλάδα βάσει της κρατικής μας πολιτικής τούς παρέχουμε ορισμένες διευκολύνσεις. Αντί να ξεφορτώσουν τα καράβια στην Ιταλία, ξεφορτώνουν ένα μέρος των κινεζικών προϊόντων σε ελληνικά λιμάνια, στον Πειραιά και στο Τυμπάκι της Κρήτης. Η Ελλάδα, κάνει τον μεσάζοντα πουλώντας "θέση" στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Είμαστε ξέφραγο αμπέλι και για ακόμη έναν λόγο: οι Κινέζοι ξέρουν ότι μπορούν να παραμείνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα στη χώρα παράνομοι, να συγκεντρώσουν ένα χρηματικό ποσό και να επιστρέψουν».
«Εισβολή»
Τα κινεζικά μαγαζιά επεκτείνονται από την Ομόνοια στην οδό Πειραιώς, την Αγίου Κωνσταντίνου. Οι Ελληνες καταστηματάρχες παρακολουθούν τα κινεζικά καταστήματα να επεκτείνονται και μιλούν για μαφιόζικη εισβολή: «Ανοίγει ένα μαγαζί και μαζί με το εμπόρευμα φέρνει και τους Κινέζους πολίτες. Είναι βέβαιο ότι όλα αυτά τα κινεζικά εμπορικά καταστήματα αγοράζονται και στήνονται από την κινεζική μαφία, που ξεκίνησε από την Ιταλία και τώρα εγκαταστάθηκε κι εδώ. Ναι μεν υπάρχει απελευθέρωση των εισαγωγών κινεζικών προϊόντων αλλά επίσημα δεν έχουμε και απελευθέρωση εισόδου κινεζικού προσωπικού».
Καταστηματάρχες, γείτονες των κινεζικών καταστημάτων υποστηρίζουν ότι «όλα τα καταστήματα που επιλέγουν οι Κινέζοι διαθέτουν μεγάλα υπόγεια, τα οποία είναι γεμάτα εμπορεύματα. Κάθε βράδυ φορτώνουν και ξεφορτώνουν εμπορεύματα. Καλύτεροι πελάτες τους είναι οι Τσιγγάνοι, οι οποίοι τα αγοράζουν τη νύχτα χωρίς τιμολόγια και τροφοδοτούν τις λαϊκές αγορές». Διευκρινίζουν ότι οι Κινέζοι προχώρησαν σε εξειδίκευση: «Ανοίγουν μαγαζιά με ρούχα αλλά και με παπούτσια, αξεσουάρ, παιχνίδια, ηλεκτρονικά είδη. Ακόμη και η οδός Ευριπίδου, ο παραδοσιακός δρόμος που μύριζε κανέλα, μπαχάρι και λουκάνικο, τώρα έχει προσχωρήσει κατά 50% στους Κινέζους».
Γ. Δ.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 18/08/2007